5 Κυριακή 10.Απριλίου 2022
Στο σημερινό επεισόδιο που μας προσφέρει το κατά Ιωάννη ΄Αγιο Ευαγγέλιο, οι φαρισαίοι και οι νομοδιδάσκαλοι παρουσιάζουν στον Ιησού την “μοιχαλίδα” και ζητούν την γνώμη του για το ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος να της συμπεριφερθούν στην προκειμένη περίπτωση. Δεν είναι ότι δεν ξέρουν τι προβλέπεται και τι πρέπει να κάνουν εν προκειμένω, αλλά ζητούν την γνώμη του επειδή θέλουν να δουν αν, ο ξυλουργός από την Ναζαρέτ που κάνει τον Ραβί, θα αγνοήσει τον νόμο του Μωυσή για χάρη της διδασκαλίας του ή όχι . Ο Φιλεύσπλαχνος Θεός, που διδάσκει θα ξαναδώσει τη θέση του στον Θεό, δίκαιο Τιμωρό του Νόμου ή όχι;
Ανάγνωσμα από το κατά Ιωάννη Άγιο Ευαγγέλιο
Ο Ιησούς πήγε στο όρος των Ελαιών. Πρωί πρωί γύρισε πάλι στο ναό, κι όλο το πλήθος ερχόταν κοντά του. Αυτός κάθισε και τους δίδασκε. Τότε οι δάσκαλοι του νόμου και οι Φαρισαίοι φέρνουν μια γυναίκα που την είχαν πιάσει να διαπράττει μοιχεία· την έβαλαν στη μέση και του είπαν: «Διδάσκαλε, αυτή τη γυναίκα την έπιασαν επ’ αυτοφώρω να διαπράττει μοιχεία. Ο Μωυσής στο νόμο μάς έχει δώσει εντολή να λιθοβολούμε τέτοιου είδους γυναίκες. Εσύ τι γνώμη έχεις;» Αυτό το ’λεγαν για να του στήσουν παγίδα, ώστε να βρουν κάποια κατηγορία εναντίον του. Ο Ιησούς τότε έσκυψε κάτω και με το δάχτυλο έγραφε στο χώμα. Καθώς όμως επέμεναν να τον ρωτούν, σηκώθηκε πάνω και τους είπε: «Όποιος από σας είναι αναμάρτητος, ας ρίξει πρώτος πέτρα πάνω της». Κι έσκυψε πάλι κάτω κι έγραφε στο χώμα. Αυτοί όμως, όταν άκουσαν την απάντηση, άρχισαν με πρώτους τους γεροντότερους να φεύγουν ένας ένας, μέχρι και τον τελευταίο· κι έμεινε μόνος ο Ιησούς και η γυναίκα στη μέση. Τότε σηκώθηκε όρθιος ο Ιησούς και τη ρώτησε: «Γυναίκα, πού είναι οι κατήγοροί σου; Κανένας δε σε καταδίκασε;» «Κανένας, Κύριε», απάντησε εκείνη. «Ούτε εγώ σε καταδικάζω», της είπε ο Ιησούς· «πήγαινε, κι από ’δω και πέρα μην αμαρτάνεις πια».
Λόγος του Κυρίου
Την αλήθεια δεν μπορεί ποτέ να την αρνηθεί κάποιος, όμως πρέπει να μπαίνει στην ζωή όχι ως πέτρα που σκοτώνει αλλά ως δυνατότητα να σηκώνει από τα λάθη. Γι’ αυτό ο Ιησούς, όχι μόνο σώζει την ζωή αυτής της γυναίκας αλλά της υπενθυμίζει επίσης τι πρέπει να κάνει τώρα που σώθηκε η ζωή της :«Ούτε εγώ σε καταδικάζω», της είπε ο Ιησούς· «πήγαινε, κι από ’δω και πέρα μην αμαρτάνεις πια», δηλαδή μην αφήνεις το κακό να σε συγκινεί και να σε παρασύρει.
Ο Ιησούς δεν διαιρεί τους ανθρώπους σε καλούς και κακούς, σε ένοχους και αθώους, δεν γίνεται συνένοχος της μοιχαλίδας ούτε και συνεργός των κατηγόρων της. Δεν κάνει τους άλλους να αισθανθούν ένοχοι προκειμένου να υπερασπίσει την γυναίκα. Θέλει να προσεγγίσει τους Φαρισαίους και να τους κάνει να σκεφτούν σχετικά με την δικαιοσύνη και την εφαρμογή του νόμου. Θέλει να δώσει και μια ευκαιρία στην γυναίκα.
Ο νόμος καταγγέλλει την αμαρτία και υποδεικνύει τον αμαρτωλό, αλλά δε σώζει τον αμαρτωλό από την αμαρτία. Γι’ αυτό χρειάζεται η λογική «της Βασιλείας του Θεού» και «της Θείας Ευσπλαχνίας» που ο Ιησούς, με την διδασκαλία και το έργο του, φανέρωσε και εγκαινίασε. Είναι η λογική της εγκατάλειψης της παλιάς πρακτικής που νομίζει ότι η τάξη και η δικαιοσύνη αποκαθίστανται και επιβάλλονται με τη βία, τις παραδειγματικές τιμωρίες και την περιθωριοποίηση εκείνου που σφάλει.
Η Βασιλεία του Θεού, καλεί τον μαθητή του Χριστού να αναζητά συνεχώς το πνεύμα της συγγνώμης, δηλαδή ξεκινώντας από την χριστιανική αγάπη να αναζητά τρόπους, ώστε να διαμορφώνει με τον συνάνθρωπο τους κανόνες συνεκτίμησης των πραγμάτων, για να βρεθούν όλο και περισσότεροι «δρόμοι συνεννόησης και συνύπαρξης», αλλά και καινούργιους τρόπους ανθρώπινης συμβίωσης.