Παρασκευή 23 Οκτωβρίου 2015

30η Τακτική Κυριακή, Β΄ Κύκλος


25η Οκτωβρίου  2015

Η πίστη : βλέπω με νέα μάτια τη ζωή

Η τελευταία πράξη του Ιησού πριν να μπει στην Ιερουσαλήμ : συναντά έναν τυφλό ζητιάνο, δεν τον παρακάμπτει, αλλά του αφιερώνει όλη του την προσοχή. Τυφλός, σαν να μην είχε γεννηθεί, δεν είχε δει ποτέ το φως. Σε όλα εξαρτιόταν από τους άλλους. Μπορούσε, όμως, να ακούσει και να μιλήσει, και αυτά τα αξιοποίησε στο έπακρο.

Ανάγνωσμα από το κατά Μάρκο άγιο Ευαγγέλιο ((Μκ.  10, 46-52)
“Καθώς ο Ιησούς, οι μαθητές του και πολύς κόσμος έβγαιναν από την πόλη Ιεριχώ, ένας τυφλός, ο Βαρτίμαιος, γιος του Τιμαίου, καθόταν στην άκρη του δρόμου και ζητιάνευε. Όταν άκουσε ότι αυτός που περνάει είναι ο Ιησούς ο Ναζωραίος, άρχισε να φωνάζει δυνατά: «Υιέ του Δαβίδ, Ιησού, σπλαχνίσου με!». Πολλοί τον μάλωναν για να σωπάσει, εκείνος όμως φώναζε ακόμη πιο πολύ: «Υιέ του Δαβίδ, σπλαχνίσου με!». Τότε ο Ιησούς στάθηκε και είπε: «Φωνάξτε τον». Φωνάζουν τον τυφλό και του λένε: «Θάρρος, σήκω, σε φωνάζει». Εκείνος πέταξε το πανωφόρι του, πετάχτηκε πάνω και ήρθε κοντά στον Ιησού. «Τι θέλεις να σου κάνω;» τον ρώτησε ο Ιησούς. Ο τυφλός του αποκρίθηκε: «Διδάσκαλε, θέλω να αποχτήσω το φως μου». Ο Ιησούς του λέει: «Πήγαινε, η πίστη σου σε έσωσε». Ο τυφλός αμέσως απέκτησε το φως του κι ακολουθούσε τον Ιησού στην πορεία του ”.
Λόγος του Κυρίου

Ο τυφλός που καθόταν στην άκρη του δρόμου ζητιάνευε και φώναζε. Εκείνος δεν έβλεπε, αλλά ήθελε οι άλλοι να αντιληφθούν τη δυστυχία του, για να τον βοηθήσουν να επιβιώσει. Άκουσε ότι περνούσε ο Ιησούς και άρχισε να φωνάζει, όχι απλά για να ζητήσει την ελεημοσύνη των περαστικών, αλλά γιατί από αυτά που είχε ακούσει για τον Ιησού, είχε πιστέψει ότι μπορούσε να τον σώσει και αυτή η ελπίδα τον εμψύχωνε. Φώναζε, γιατί ήλπιζε να τον ακούσει ο Ιησούς, να ενδιαφερθεί για εκείνον και αυτό θα ήταν η αρχή της σωτηρίας του. Όμως, ο τρόπος που αποκαλούσε τον Ιησού, του οποίου τη συμπόνια επικαλείτο: “Υιέ του Δαβίδ, σπλαχνίσου με” ήταν επικίνδυνος. Αποκαλούσε τον Ιησού με ένα “μεσσιανικό βασιλικό τίτλο” και οι καχύποπτοι Ρωμαίοι κατακτητές μπορούσαν να το εκλάβουν ως επαναστατικό σύνθημα και τον ίδιο ως μέλος μια ύποπτης οργάνωσης. Προκειμένου ο Ιησούς να τον αντιληφθεί, δεν δίστασε να διακινδυνεύσει, όχι μόνο την ελευθερία του, αλλά και τη ζωή του.
Αυτό το θάρρος πήγαζε από μια βαθιά ριζωμένη ελπίδα, ότι η ποιότητα της ζωής του μπορούσε να αλλάξει ριζικά έπειτα από μια συνάντηση με τον Ιησού. Και αυτό τον έκανε να επιμένει και να φωνάζει ακόμη περισσότερο: “Υιέ του Δαβίδ, σπλαχνίσου με!”.
Ο Ιησούς τον άκουσε και στάθηκε και τον κάλεσε, και όταν του είπαν ότι τον καλούσε και εκείνος βρισκόταν στην άλλη άκρη του δρόμου. “... πέταξε το πανωφόρι του, πετάχτηκε πάνω και ήρθε κοντά στον Ιησού”. Η πίστη του, που φανερώνεται αρχικά με τις φωνές του, εκδηλώθηκε και με πράξη, παράτησε ό,τι θα μπορούσε να αργοπορήσει τη συνάντησή του με τον Ιησού, και αυτό ήταν ό,τι το πιο πολύτιμο που είχε : το επανωφόρι του. Μεσολαβεί ένας διάλογος, που έχει το χαρακτήρα της προσευχής, μιας και εκφράζει την πίστη-εμπιστοσύνη του τυφλού στον Ιησού : “Διδάσκαλε, θέλω να αποχτήσω το φως μου” και τότε η δύναμη του Θεού γίνεται χειροπιαστή : «Πήγαινε, η πίστη σου σε έσωσε».
Η θεραπεία του τυφλού είναι το τελευταίο θαύμα, που ο ευαγγελιστής Μάρκος μάς προσφέρει στην αφήγηση των γεγονότων της δημόσιας ζωής του Ιησού, που τον έπεισαν ότι ο Ιησούς είναι ο Μεσσίας – Σωτήρας, ο απεσταλμένος από το Θεό για τη Σωτηρία του κόσμου, για να πιστέψουμε και εμείς.
Το πρώτο, ήταν στην αρχή της δημόσιας δράσης του στην Καπερναούμ, η θεραπεία ενός δαιμονισμένου (Μκ 1, 23-26) και το τελευταίο λίγο πριν από την είσοδο στην Ιερουσαλήμ. Με αυτό τον τρόπο θέλει να δείξει ότι ο Θεός, μέσω του Ιησού, μπήκε στην ιστορία των ανθρώπων για να τους απελευθερώσει από το κακό δαιμόνιο, και από την “τυφλότητά τους”.
Ο ευαγγελιστής κάνει μια έμμεση σύγκριση μεταξύ των μαθητών που, ενώ βλέπουν τον Ιησού, δεν τον καταλαβαίνουν, διστάζουν, είναι αμήχανοι, τραβούν το δρόμο τους, ενώ λίγο πριν ο Ιησούς τους έλεγε ότι επρόκειτο να πάθει πολλά, και εκείνοι απορούσαν και εξεπλήσσοντο. Δεν καταλάβαιναν τι ακριβώς τους έλεγε, αλλά δεν τον ρωτούσαν να μάθουν και συνέχισαν να ονειρεύονται και να του ζητούν τιμές και αξιώματα, ενώ ο τυφλός, που δεν έβλεπε, κατάλαβε και όταν “είδε” δεν διστάζει να ακολουθήσει τον Ιησού αφήνοντας πίσω την παλιά του ζωή, το “επανωφόρι” του. Δίνει, έτσι, το παράδειγμα τού πώς πρέπει κάποιος να ακολουθεί τον Ιησού.
Η δύναμη του Θεού γίνεται χειροπιαστή με δυο προϋποθέσεις: την προσευχή «Υιέ του Δαβίδ, Ιησού, σπλαχνίσου με!» και την πίστη : «Πήγαινε, η πίστη σου σε έσωσε».
Η ιστορία του τυφλού υιού του Τιμαίου, είναι η ιστορία του καθενός μας που φωνάζει, όχι μόνο από τη δυστυχία του, αλλά και για να εκφράσει την πίστη του και την ελπίδα του, όχι για να βελτιώσει απλά τη ζωή του, αλλά για να την αλλάξει. Ο άνθρωπος έχει ανάγκη του Χριστού για να του ανοίξει τα μάτια για να μπορέσει να δει την ενεργή παρουσία του Θεού στην ιστορία του, που περνά και μέσα από τον πόνο και την αδυναμία, και βοηθά όποιον τον εμπιστεύεται.
Η πορεία του τυφλού είναι η πορεία πίστεως του κάθε μαθητή. Ακούμε το Λόγο, ο τυφλός άκουσε να μιλούν για τον Ιησού, μερικοί τον εμποδίζουν, άλλοι τον ενθαρρύνουν. Εκείνος, όμως, προσκαρτερούσε, αλλά και ο Ιησούς τού έδειξε εμπιστοσύνη και όταν ο Ιησούς τον κάλεσε ήταν έτοιμος να απαντήσει και όταν βρήκε τη Σωτηρία του, εγκατέλειψε ριζικά την προηγούμενη ζωή του και ακολούθησε τον Ιησού.




Πέμπτη 15 Οκτωβρίου 2015

29η Τακτική Κυριακή Β΄ Κύκλος



18η Οκτωβρίου

Η εξουσία “αλλάζει”
όταν αλλάξει η αντίληψη για τη ζωή εκείνου που θέλει να την ασκήσει.

Η σημερινή ευαγγελική περικοπή, που είναι μετά την τρίτη αναγγελία του πάθους του Ιησού, δεν προσθέτει τίποτα το καινούριο, εκτός του ότι οι μαθητές συνεχίζουν να μην καταλαβαίνουν τη σπουδαιότητα και τη βαρύτητα της αναγγελίας. Εκείνοι, ακόμη, ονειρεύονται και μοιράζουν εξουσία. Ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης θέλουν να πάρουν ένα προβάδισμα απέναντι στους άλλους. Η άμεση απάντηση του Ιησού : Η αποστολή μου δεν είναι να μοιράσω εξουσίες και τιμές, αλλά να προσπαθήσω να πείσω τους ανθρώπους να συμμετέχουν στη ζωή μου, χωρίς να θέλουν να αποφύγουν τις ταλαιπωρίες, για το καλό όλων.
Ο Ιησούς ακόμη μια φορά, με πολύ υπομονή, προσπαθεί να τους δώσει να καταλάβουν “ποιός είναι ο ρόλος του” και “ποιός ο ρόλος του μαθητή” μέσα στην ιστορία.

Ανάγνωσμα από το κατά Μάρκο άγιο Ευαγγέλιο (Μκ 10,35-45)



Πλησιάζουν τότε τον Ιησού ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης, οι γιοι του Ζεβεδαίου, και του λένε: «Διδάσκαλε, θέλουμε να μας κάνεις τη χάρη που θα σου ζητήσουμε». «Τι θέλετε να κάνω για σας;» τους ρώτησε εκείνος.«Όταν θα εγκαταστήσεις την ένδοξη βασιλεία σου», του υποκρίθηκαν, «βάλε μας να καθίσουμε ο ένας στα δεξιά σου κι ο άλλος στα αριστερά σου». Ιησούς τότε τους είπε: «Δεν ξέρετε τι ζητάτε. Μπορείτε να πιείτε το ποτήρι του πάθους που θα πιω εγώ ή να βαφτιστείτε με το βάπτισμα με το οποίο θα βαφτιστώ εγώ;» «Μπορούμε», του λένε. Κι ο Ιησούς τους απάντησε: «Το ποτήρι που θα πιω εγώ θα το πιείτε, και με το βάπτισμα των παθημάτων μου θα βαφτιστείτε·το να καθίσετε όμως στα δεξιά μου και στα αριστερά μου δεν μπορώ να σας το δώσω εγώ, αλλά θα δοθεί σ’ αυτούς για τους οποίους έχει ετοιμαστεί».
Όταν τ’ άκουσαν αυτά οι υπόλοιποι δέκα μαθητές, άρχισαν ν’ αγανακτούν με τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη. Τους κάλεσε τότε ο Ιησούς και τους λέει: «Ξέρετε ότι αυτοί που θεωρούνται ηγέτες των εθνών ασκούν απόλυτη εξουσία πάνω τους, και οι άρχοντές τους τα καταδυναστεύουν. Σ’ εσάς όμως δεν πρέπει να συμβαίνει αυτό, αλλά όποιος θέλει να γίνει μεγάλος ανάμεσά σας πρέπει να γίνει υπηρέτης σας και όποιος από σας θέλει να είναι πρώτος πρέπει να γίνει δούλος όλων. Γιατί και ο Υιός του Ανθρώπου δεν ήρθε για να τον υπηρετήσουν, αλλά για να υπηρετήσει και να προσφέρει τη ζωή του λίτρο για όλους».

Λόγος του Κυρίου


Τους κάνει λοιπόν δύο υποδείξεις - προτροπές :
Μια αρνητική: Ξέρετε ότι αυτοί που θεωρούνται ηγέτες των εθνών ασκούν απόλυτη εξουσία πάνω τους, και οι άρχοντές τους τα καταδυναστεύουν. Σ’εσάς όμως δεν πρέπει να συμβαίνει αυτό. Δηλαδή, αν θέλετε να αναπαράγετε μέσα στην κοινότητά μας ό,τι βλέπετε να συμβαίνει στα κράτη, είστε σε λάθος δρόμο.
Και μια θετική : Τους υποδεικνύει ότι πρέπει να συμπεριφέρονται όπως ο “Υιός του Ανθρώπου που δεν ήρθε για να τον υπηρετήσουν, αλλά για να υπηρετήσει και να προσφέρει τη ζωή του λίτρο για όλους”. Και συνεχίζει επεξηγώντας : “όποιος θέλει να γίνει μεγάλος ανάμεσά σας πρέπει να γίνει υπηρέτης σας· και όποιος από σας θέλει να είναι πρώτος πρέπει να γίνει δούλος όλων”. Εξηγούμε το λόγο του Ιησού παραφράζοντας τον. Ο Γιος του ανθρώπου, ο Μεσσίας, δεν ήρθε για να είναι μεγάλος και τρανός και να μοιράζει δόξες και τιμές, να επιβληθεί και να ασκεί το έργο του με σιδηρά πυγμή και όλοι να είναι στη δούλεψή του, όπως λίγο πολύ όλοι έτσι φαντάζονται το Μεσσία. Αντίθετα, εκείνος ήρθε για να προσφέρει την υπηρεσία του και την εκδούλευσή του στους άλλους, τους αδύναμους, τους τελευταίους. Ήρθε με πνεύμα βαθιάς αλληλεγγύης να μοιραστεί μαζί με τους ανθρώπους το βάρος της ύπαρξής τους. Να πάρει επάνω του τις ανάγκες των άλλων, και αν χρειαστεί να θυσιαστεί γι' αυτούς, να το κάνει. Με αυτό τον τρόπο θα δείξει τι σημαίνει: ότι ο Θεός είναι φιλεύσπλαχνος και αγαπά πάντοτε τον άνθρωπο. Δεν ήρθε για να ξεπληρώσει το τίμημα των λαθών των άλλων, κάθε άλλο, δεν ήρθε για να τους απελευθερώσει από τις ευθύνες τους. 'Ηρθε για να προσφέρει και τους δικούς του ώμους, μαζί με τους δικούς μας, να σηκώσουν τα βάρη.
Ιδού ποιο είναι το νόημα της φράσης : «Δεν ξέρετε τι ζητάτε. Μπορείτε να πιείτε το ποτήρι του πάθους που θα πιω εγώ ή να βαφτιστείτε με το βάπτισμα με το οποίο θα βαφτιστώ εγώ;».
Μόνο αυτή τη ζωή έχει να προσφέρει ο Ιησούς σε όποιον θέλει να τον ακολουθήσει και μόνο αυτό μπορεί να του ζητήσει ο πραγματικός μαθητής του. “Το να καθίσετε όμως στα δεξιά μου και στα αριστερά μου δεν μπορώ να σας το δώσω εγώ”.
Για τον Ιησού, λοιπόν, το πρόβλημα δεν είναι πώς θα ασκηθεί η εξουσία ή να έχουμε το θάρρος να την αποποιηθούμε χαρακτηρίζοντάς την ως κακή. Η εξουσία αλλάζει μόνον όταν αλλάξει η αντίληψη για τη ζωή αυτού που την επιθυμεί και την κατέχει.
Αν την αντιλαμβάνεται ως καλοπέραση : “εγώ να περνώ καλά, ή η ομάδα μου να περνά καλά, και να εξαργυρώνω προς όφελός μου τα όποια ταλέντα μου” ή την αντιλαμβάνεται τη ζωή ως “κάτι που το μοιράζεται” με τους άλλους για το κοινό καλό και την κοινή προκοπή. Όπου όλοι μαζί, ο ένας στην υπηρεσία του άλλου, να σηκώνουν τα βάρη ο ένας του άλλου. Να σέβονται την προσωπικότητα και την αξιοπρέπεια ο ένας του άλλου και όλοι μαζί να προσπαθούν για το κοινό καλό, ανάλογα με τις δυνατότητες που καθένας διαθέτει.
Με μια τέτοια αντίληψη ζωής η εξουσία, που τυχόν κάποιος κατέχει, μεγάλη ή μικρή, είτε είναι δάσκαλος, είτε είναι πρωθυπουργός ή οικογενειάρχης, την αντιλαμβάνεται ως υπηρεσία και όχι ως “προσωπική ωφέλεια και νομή”.



Σάββατο 10 Οκτωβρίου 2015

28η Τακτική Κυριακή, Β΄κύκλος



11η Οκτωβρίου  2015

Πλούτος και διαθεσιμότητα.


Ο ευαγγελιστής Μάρκος αντιμετώπισε τη λαχτάρα για την εξουσία, τη δίψα για δύναμη και για διάκριση, το πρόβλημα της διαφορετικότητας του άλλου, τα ζητήματα που θέτουν οι σχέσεις των δύο φύλων, και το διαζύγιο. Στη σημερινή μας ευαγγελική περικοπή αντιμετωπίζει το θέμα του νοήματος και της αξίας του πλούτου και της φτώχειας, και όλα αυτά μέσα από την ερώτηση ενός νεαρού προς τον Ιησού: «τι πρέπει να κάνω για να κληρονομήσω την αιώνια ζωή;».

Ανάγνωσμα από το κατά Μάρκο άγ. Ευαγγέλιο (Μκ 10,17-31)

Ο Ιησούς ήταν έτοιμος να φύγει, όταν έτρεξε κάποιος, έπεσε στα γόνατα και τον ρώτησε: «Αγαθέ Διδάσκαλε, τι να κάνω για να κληρονομήσω την αιώνια ζωή;» Ο Ιησούς του είπε: «Γιατί με αποκαλείς αγαθό; Κανένας δεν είναι αγαθός, παρά μόνο ένας, ο Θεός. Ξέρεις τις εντολές: μη μοιχεύσεις, μη σκοτώσεις, μην κλέψεις, μην ψευδομαρτυρήσεις, μη στερήσεις από κάποιον ό,τι του ανήκει, τίμα τον πατέρα σου και τη μητέρα σου». «Διδάσκαλε», αποκρίθηκε εκείνος, «όλα αυτά τα τηρώ από τα νιάτα μου». Ο Ιησούς τότε τον κοίταξε γεμάτος αγάπη και του είπε: «Ένα πράγμα σού λείπει: εάν θέλεις να είσαι τέλειος, πήγαινε, πούλησε τα υπάρχοντά σου και δώσε τα χρήματα στους φτωχούς. Έτσι θα έχεις θησαυρό κοντά στο Θεό· κι έλα να με ακολουθήσεις σηκώνοντας το σταυρό σου». Αλλά εκείνος, μόλις άκουσε αυτά τα λόγια, έγινε σκυθρωπός κι έφυγε λυπημένος, γιατί είχε μεγάλη περιουσία.
Ο Ιησούς έστρεψε ολόγυρα τη ματιά του και είπε στους μαθητές του: «Πολύ δύσκολα θα μπουν στη βασιλεία του Θεού αυτοί που έχουν τα χρήματα». Οι μαθητές έμειναν κατάπληκτοι από τα λόγια του. Ο Ιησούς όμως τους είπε ακόμη: «Παιδιά μου, πολύ δύσκολο είναι να μπουν στη βασιλεία του Θεού όσοι έχουν στηρίξει τις ελπίδες τους στα χρήματα. Πιο εύκολο είναι να περάσει καμήλα από τη βελονότρυπα, παρά να μπει ένας πλούσιος στη βασιλεία του Θεού». Οι μαθητές ένιωσαν ακόμη πιο μεγάλη κατάπληξη κι έλεγαν μεταξύ τους: «Τότε ποιος μπορεί να σωθεί;» Ο Ιησούς τους κοίταξε και τους είπε: «Για τους ανθρώπους αυτό είναι αδύνατο, όχι όμως και για το Θεό· όλα είναι δυνατά για το Θεό».
Άρχισε τότε να του λέει ο Πέτρος: «Εμείς εδώ αφήσαμε τα πάντα και σ’ακολουθήσαμε». Κι ο Ιησούς απάντησε: «Σας βεβαιώνω πως όποιος άφησε, για μένα και για το ευαγγέλιο, σπίτι ή αδερφούς ή αδερφές ή μητέρα ή πατέρα ή γυναίκα ή παιδιά ή χωράφια, θα πάρει εκατό φορές περισσότερα στα χρόνια που ζούμε τώρα: και σπίτια και αδερφούς και αδερφές και πατέρα και μητέρα και παιδιά και χωράφια–και μάλιστα μέσα σε διωγμούς· αλλά και στον μελλοντικό κόσμο θα έχει την αιώνια ζωή. Πολλοί όμως θα βρεθούν από πρώτοι τελευταίοι κι άλλοι από τελευταίοι πρώτοι».

Λόγος του Κυρίου

Ένας νεαρός άνδρας εντοπίζει στο πρόσωπο του Ιησού τον άνθρωπο εκείνον που μπορεί να του δώσει τη σωστή απάντηση στο υπαρξιακό του αίτημα: Είμαι εντάξει με το Θεό, τι περισσότερα μπορώ κάνω για να έχω την αιώνια ζωή; Και με ενθουσιασμό, λοιπόν, πάει σε συνάντησή του και τον προσφωνεί: Δάσκαλε ΚΑΛΕ.
Ο Ιησούς βλέπει τον καλοπροαίρετο νεαρό με συμπάθεια, αφού πρώτα τον διορθώσει “Γιατί με αποκαλείς αγαθό; Κανένας δεν είναι αγαθός, παρά μόνο ένας, ο Θεός”. Με αυτό τον τρόπο του λέει: εγώ απλά κάνω το θέλημα του Θεού και αυτό αποκαλύπτω. Και ο Ιησούς, συνεχίζει: «... Ξέρεις τις εντολές: μη μοιχεύσεις, μη σκοτώσεις, μην κλέψεις, μην ψευδομαρτυρήσεις, μη στερήσεις από κάποιον ό,τι του ανήκει, τίμα τον πατέρα σου και τη μητέρα σου». Ο νεαρός ζητά να σωθεί, δηλαδή να ζει σε αρμονία με το Θεό. Σε απάντηση ο Ιησούς, δεν του υποδεικνύει την πρώτη εντολή: να αγαπάς τον Κύριο το Θεό σου με όλη σου τη δύναμη, με όλο σου το είναι, αλλά τις εντολές που ρυθμίζουν τη ζωή του ανθρώπου σε σχέση αρμονίας και αλληλεγγύης με το συνάνθρωπο. Εντολές που καλλιεργούν το πνεύμα του σεβασμού και της συνύπαρξης με τον πλησίον, και με αυτό τον τρόπο προετοιμάζουν για το ολοκληρωτικό δόσιμο προς το Θεό, δηλαδή την πλήρη εφαρμογή της πρώτης εντολής να αγαπάς τον Κύριο το Θεό σου με όλη σου τη δύναμη, με όλο σου το είναι. Η αρμονία και η αγάπη για το Θεό περνάνε μέσα από την αρμονία και την αγάπη για το συνάνθρωπο. Η πόρτα που οδηγεί στο Θεό είναι ο πλησίον.

Και ο νεαρός απαντά: «Διδάσκαλε όλα αυτά τα τηρώ από τα νιάτα μου». Σαν να έλεγε ότι δεν φτάνουν αυτά, θέλω κάτι παραπάνω για να είμαι σίγουρος. Μια τέτοια τοποθέτηση φανερώνει ότι εκτελούσε τις εντολές μηχανικά, χωρίς να καταλαβαίνει τι κάνει και γιατί το κάνει και πού αποβλέπει.
Και ο Ιησούς του προτείνει: “Ένα πράγμα σού λείπει: εάν θέλεις να είσαι τέλειος, πήγαινε, πούλησε τα υπάρχοντά σου και δώσε τα χρήματα στους φτωχούς. Έτσι θα έχεις θησαυρό κοντά στο Θεό· κι έλα να με ακολουθήσεις σηκώνοντας το σταυρό σου». Δεν σου φτάνει να εκπληρώνεις νόμους, τότε κάνε το επόμενο βήμα, άλλαξε ριζικά τη ζωή σου. Άφησε πίσω σου τη νοοτροπία που σε ενέπνεε όλη σου τη ζωή, το έχω και το κατέχω, άρα είμαι κάποιος, το κάνω το καλό μηχανικά, αλλά δεν δεσμεύω σε ό,τι κάνω την ύπαρξή μου, και με αυτά που έχεις γίνε όργανο αλληλεγγύης και ζωής για κείνους που δεν έχουν, που χρειάζονται τη βοήθειά σου, ακόμη και για να υπάρξουν, για να έχουν υπόσταση στην κοινωνία, δράσε στη θέση τους ώσπου να αποκτήσουν οι ίδιοι θέση και φωνή, και συ ο ίδιος άφησε τη δική σου τύχη με απόλυτη εμπιστοσύνη στα χέρια του Θεού. Έτσι θα συμμορφωθεί με το ευαγγελικό πνεύμα και θα μεταμορφωθεί η ύπαρξή σου.
Ο νεαρός, όμως, δεν δέχτηκε μια τέτοια προτροπή, «Είχε, πράγματι, μεγάλη περιουσία». (Mκ 12,29-31. Mτ 7,12). Αντλούσε το νόημα της ζωής του από τα συσσωρευμένα αγαθά και τη σιγουριά που του ενέπνεαν.
Η θλίψη του νεαρού, η παραβολή του Ιησού που ακολουθεί, καθώς επίσης και η απορία και η τοποθέτηση του Πέτρου, δείχνουν τη σοβαρότητα της καταστάσεως και το αδιέξοδο που μπορεί να οδηγήσει η νοοτροπία του πλούτου.
Ο νεαρός, εκτελούσε τους νόμους μηχανικά και από συνήθεια, νόμιζε πως με την εκτέλεσή τους αγόραζε την αιώνια ζωή.
Ο Πέτρος και οι άλλοι μαθητές εκπλάγηκαν, γιατί ενώ είχαν ακολουθήσει τον Ιησού στη ζωή φτώχειας, δεν είχαν, όμως, καταλάβει τι έκαναν και περίμεναν να μοιραστούν την εξουσία της Βασιλείας του, όπως έδειξαν οι προηγούμενες συζητήσεις τους, που ήδη διαβάσαμε.
Η εναλλακτική λύση, που ο Ιησούς προτείνει, δεν είναι η φτώχεια, γιατί όπως λέει η Αγ. Γραφή :
Θεέ μου μη μου δώσεις πλούτη, γιατί μπορεί να με παραπλανήσουν και να σε αγνοήσω,
μην μου δώσεις ούτε φτώχεια μην αποκάνω και βαρυγκωμήσω εναντίον σου,
δώσε μου μόνο ό,τι μου χρειάζεται για να έχω μια αξιοπρεπή διαβίωση. Στο Πάτερ Ημών αυτό το εκφράζουμε με την έκφραση “Δώσε μας, σήμερα, τον καθημερινό μας άρτο”.
Η εναλλακτική λύση που ο Ιησούς προτείνει είναι ο μαθητής να αποκτήσει το πνεύμα τού «μακάριοι οι πνευματικά φτωχοί διότι σ’ αυτούς ανήκει η Βασιλεία του Θεού», δηλαδή μια νοοτροπία ζωής που ξέρει να δίνει απόλυτη προτεραιότητα στην εκτίμηση της ζωής με τα μάτια του Θεού. Ένας τρόπος ζωής λιτός της δωρεάς και του συμμερισμού, της συμμετοχής και της αλληλεγγύης, του ό,τι θέλω για μένα, να θέλω να το κάνω και στους άλλους.

Παρασκευή 2 Οκτωβρίου 2015

27η Τακτική Κυριακή, Β ΄Κυκλος

4 Οκτωβρίου 2015 


Γάμος: όταν η αγάπη γεννά
την ενότητα και την αρμονία
χαρακτήρων, φύλων και γενεών

Ανάγνωσμα από το κατά Μάρκο άγ. Ευαγγέλιο (Μκ 10, 1-16)

Ο Ιησούς με τους μαθητές του πορεύονται προς την Ιερουσαλήμ και το πάθος. Ο ευαγγελιστής βρίσκει την ευκαιρία να παραθέσει λόγια του Ιησού, που είναι ορφανά από ακριβή χρονολογική ή γεωγραφική υπόδειξη, αλλά είναι συγκεντρωμένα γύρω από ένα θέμα. Την περασμένη Κυριακή ακούσαμε τη διδασκαλία για το
πώς ο μαθητής του Χριστού είναι στην υπηρεσία του συνανθρώπου του,
πώς τον αποδέχεται και αναγνωρίζει τη θέση τού “άλλου”, του διαφορετικού στη ζωή,
πώς πρέπει να αξιοποιεί τα μικρά στη ζωή του,
πώς δεν πρέπει να βάζει εμπόδια στην ανάπτυξη της πίστης του άλλου με το σκάνδαλο.
Σήμερα τα λόγια του Ιησού είναι αφιερωμένα στο θεμέλιο της συνύπαρξης ανδρός και γυναικός, στις σχέσεις των δυο φύλων, και στο ενδιαφέρον για τα παιδιά.

Κάποιοι, μια ομάδα Φαρισαίων, προσπαθούν να εμπλέξουν τον Ιησού σε κάποια διένεξή τους. Το πρόβλημα είναι η πρακτική του διαζυγίου, όχι το αν πρέπει να δίνεται διαζύγιο, αυτό το είχαν για δεδομένο, αλλά σε ποιες περιπτώσεις πρέπει να δίνεται το διαζύγιο.

Ας διαβάσουμε τον ακριβή διάλογο του Ιησού με τους Φαρισαίους,
από το κατά Μάρκο άγιο ευαγγέλιο (Μκ 10, 1-16)

Εκείνο τον καιρό ο Ιησούς πήγε στα σύνορα της Ιουδαίας και πέρα απ' τον Ιορδάνη. Και συγκεντρώθηκε και πάλι κόσμος γύρω του, και, όπως το συνήθιζε, πάλι τους δίδασκε. Τον πλησίασαν κάποιοι Φαρισαίοι και τον ρώτησαν, με σκοπό να τον πειράξουν, αν επιτρέπεται σε άνδρα να διώξει τη γυναίκα του. Κι εκείνος απαντώντας, τους είπε: "Τι σας διέταξε ο Μωυσής;". Εκείνοι είπαν: "Ο Μωυσής επέτρεψε να συντάσσεται έγγραφο διαζυγίου και να διώχνεται". Τότε ο Ιησούς τους είπε: "Για τη σκληροκαρδία σας ο Μωυσής σάς έγραψε αυτή την εντολή. Αλλά από την αρχή της πλάσης άνδρα και γυναίκα τους έπλασε ο Θεός. Για τούτο, θα εγκαταλείψει ο άνθρωπος τον πατέρα του και τη μητέρα του και θα ενωθεί με τη γυναίκα του, και θα είναι οι δυο σε μια σάρκα. Ώστε δεν είναι πια δύο, αλλά μια σάρκα. Ό,τι, λοιπόν, ο Θεός συνένωσε, άνθρωπος να μην χωρίζει. Στο σπίτι, πάλι, οι μαθητές τον ρώτησαν γι' αυτό. Και τους είπε: "Όποιος χωρίσει τη γυναίκα του και παντρευτεί άλλη, διαπράττει μοιχεία σε βάρος της. Κι αν η γυναίκα χωρίσει τον άνδρα της και παντρευτεί άλλον, διαπράττει μοιχεία".
Έφεραν στον Ιησού παιδιά, για να τα αγγίξει και οι μαθητές μάλωναν αυτούς που τα είχαν φέρει. Αλλά όταν το είδε ο Ιησούς, αγανάκτησε και τους είπε: "Αφήστε τα παιδιά να έρχονται σε μένα, μην τα εμποδίζετε, διότι σε ανθρώπους που είναι σαν κι αυτά ανήκει η βασιλεία του Θεού. Αλήθεια σας λέω: Όποιος δε δεχθεί τη βασιλεία του Θεού όπως τη δέχεται ένα παιδί, δεν θα μπει σ' αυτήν". Τα αγκάλιασε τότε και τα ευλογούσε, βάζοντας τα χέρια του πάνω τους.
Λόγος του Κυρίου

Στη εποχή του Ιησού, μεταξύ των Ιουδαίων διδασκάλων του νόμου, αναφορικά για το πότε δίνεται ένα διαζύγιο, υπήρχαν δυο σχολές. Μια πιο αυστηρή που πρόβλεπε το διαζύγιο μόνο σε πολύ σοβαρή περίπτωση, πχ. μοιχείας εκ μέρους της γυναίκας. Η άλλη, περισσότερο ανεκτική, πρόβλεπε σε κάθε αξιόλογη περίπτωση, όπου μια αξιόλογη περίπτωση μπορούσε να είναι αν η γυναίκα δεν αρέσει πια στο σύζυγό της, ο δύστροπος χαρακτήρας της ή δεν του μαγειρεύει καλά.

Ο Ιησούς δεν θέλει να εμπλακεί στα στενά όρια της περιπτωσιολογίας. Όπως πάντα, πηγαίνει στη ρίζα του ζητήματος. Κάνει να φανούν οι ορθές συντεταγμένες που θα οδηγήσουν τους ακροατές του στη σωστή αντιμετώπιση του προβλήματος.
Ο Ιησούς, λοιπόν, υποδεικνύει ότι οι σχέσεις των συζύγων ρυθμίζονται από το δημιουργό και όχι από τις παραδόσεις, που τις περισσότερες φορές είναι αποκυήματα της ανθρώπινης αδυναμίας και εγωισμού.

Ο Ιησούς δεν σταματά στο να συζητήσει το πώς ερμηνεύεται το κείμενο που αποδίδεται στο Μωυσή κοκ, αλλά υποδεικνύει την αιτία για την οποία ο Μωυσής χρειάστηκε να πει αυτά, και η αιτία είναι η «σκληροκαρδία του ανθρώπου». Η έκφραση ‘σκληροκαρδία ’στην αγία Γραφή χρησιμοποιείται για να υποδείξει την αναισθησία της συνείδησης, την αμαρτωλότητα, την πεισματική αδιαλλαξία και την προβολή τού εγώ και των αναγκών του, σε βάρος των άλλων. Νοοτροπίες που βρίσκονται στη ρίζα της όποιας απιστίας. Με την απόφασή του, λοιπόν, ο νομοθέτης προσπαθούσε να παρακάμψει τον σκόπελο για να αποφύγει περισσότερα κακά, χωρίς να πειράξει την αιτία του κακού, να διορθώσει το κακό.

Το πώς θέτουν οι Φαρισαίοι το ερώτημά του, φανερώνει το πώς είναι οι σχέσεις μεταξύ των συζύγων. Γίνονται αντιληπτές και πώς η σκληροκαρδία αποκαλύπτεται στην πράξη. Είναι ο σύζυγος που έχει το μοναδικό λόγο, η σύζυγος αντιμετωπίζεται ως υποκείμενη στο σύζυγο, είναι κτήμα του, μειωμένης αξιοπρέπειας ως προς το σύζυγο, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.

Ο Ιησούς παραθέτει το δίπτυχο του προβλήματος. Από τη μια, η ενδόμυχη ισοτιμία και αξιοπρέπεια, η ρίζα της αρμονικής ζωής του ζευγαριού, που οφείλεται στο Θεό και όχι στην καλή θέληση του ανθρώπου: «από την αρχή της πλάσης άνδρα και γυναίκα τους έπλασε ο Θεός. Για τούτο, θα εγκαταλείψει ο άνθρωπος τον πατέρα του και τη μητέρα του και θα ενωθεί με τη γυναίκα του, και θα είναι οι δυο σε μια σάρκα. 'Ώστε δεν είναι πια δύο, αλλά μια σάρκα. 'Ο,τι, λοιπόν, ο Θεός συνένωσε, άνθρωπος να μην χωρίζει».
Από την άλλη : η “ σκληροκαρδία σας, [εξ αιτίας της οποίας] ο Μωυσής σάς έγραψε αυτή την εντολή και επέτρεψε να συντάσσεται έγγραφο διαζυγίου και να διώχνετε τη γυναίκα σας”.

Ας σημειωθεί εδώ ότι ο Ιησούς μιλά για τη σκληροκαρδία σας, και όχι τη σκληροκαρδία των προγόνων σας. Με αυτό τον τρόπο υπογραμμίζει ότι η σκληροκαρδία είναι διαχρονική και συγχρονική και αφορά όλο το ανθρώπινο γένος. Η σκληροκαρδία γεννιέται από το γεγονός ότι ο άνθρωπος θέλει να ρυθμίζει τα πάντα προς όφελός του, ανεξάρτητα αν αυτό αφορά τη γαμήλια συμβίωση ή την εν γένει συμβίωση των ανθρώπων.

Η σκληροκαρδία, που συγκεκριμενοποιείται ως καταπίεση της γυναίκας από τον άνδρα και φαίνεται από την ερώτηση των Φαρισαίων, δείχνει πόσο έντονα ανδροκρατούμενη είναι η κοινωνία και το βαθμό της περιθωριοποίησης της συζύγου, και της γυναίκας πιο γενικά, στην κοινωνική συμβίωση της εποχής. Ο νόμος επέτρεπε ο άνδρας να χωρίσει τη σύζυγό του, η γυναίκα, απλά, δεν λαμβανόταν υπόψη, δεν είχε κανένα δικαίωμα να εκφράσει τη γνώμη της ή την επιθυμία της, απλά δεν υπήρχαν αυτά.

Ο όρος στα λόγια του Ιησού που κάνει τη διαφορά και δίνει το βάθος και το πλάτος της διδασκαλίας του, είναι η «αρχή» που προσδιορίζει κάποια χρονολογική έναρξη στην αρχή του κόσμου, αλλά και την πηγή, από την οποία αναβλύζει το νερό που πρέπει να είναι καθαρό. Είναι μια οντολογική αρχή που προσδιορίζει ποιο είναι το σωστό βίωμα της συνύπαρξης του άνδρα και της γυναίκας στο γάμο «Για τούτο, θα εγκαταλείψει ο άνθρωπος τον πατέρα του και τη μητέρα του και θα ενωθεί με τη γυναίκα του. Ώστε δεν είναι πια δύο, αλλά μια σάρκα. Ο,τι, λοιπόν, ο Θεός συνένωσε, άνθρωπος να μην χωρίζει».

Ο Ιησούς, λοιπόν, τους λέει ότι η λύση του προβλήματος, δεν είναι η θέληση του ανθρώπου, αλλά το σχέδιο του Θεού. Ο,τι λοιπόν διαταράσσει το σχέδιο του Θεού, δεν είναι προς τη σωστή κατεύθυνση.

Ο Ιησούς, αφού βγάλει ένα πρώτο συμπέρασμα, με βάση την τάξη της δημιουργίας, συνεχίζει: «Όποιος χωρίσει τη γυναίκα του και παντρευτεί άλλη, διαπράττει μοιχεία σε βάρος της». Προχωρά και σε μια περαιτέρω διαβεβαίωση, για την οποία δεν του είχε ζητηθεί η γνώμη, αλλά που αφήνει με ανοιχτό το στόμα τους ακροατές του. Κι αν η γυναίκα χωρίσει τον άνδρα της και παντρευτεί άλλον, διαπράττει μοιχεία», Αυτό σίγουρα θα άφησε με ανοιχτό το στόμα τους ακροατές του, γιατί την ώρα που αρνείται το δικαίωμα στον άνδρα να χωρίσει τη σύζυγό του, αναγνωρίζει ότι και η γυναίκα, όπως ο άνδρας, μπορεί να χωρίζει το σύζυγό της, πράγμα και που και γι' αυτή δεν είναι επιτρεπτό. Αλλά με αυτό τον τρόπο, έμμεσα αλλά ξεκάθαρα, ο Ιησούς αναγνωρίζει πλήρως την ισοτιμία της γυναίκας με τον άνδρα.
Ο Ιησούς, ενδιαφέρεται για την αρχή, την πηγή του καθαρού νερού. Δεν ερευνά το πώς αυτό το νερό μολύνθηκε από τη σκληροκαρδία και ούτε πώς αυτό θα μπορούσε να γίνει λιγότερο πικρό.
Λέει, προσέξτε στην αρχή για μην υποφέρετε, αργότερα φροντίζετε την πηγή.

Και η Πηγή είναι η απόλυτη ισοτιμία που θέλησε ο Θεός για τους ανθρώπους, άνδρες και γυναίκες, Αντίθετα, προτείνει ένα νέο τύπο σχέσεων μεταξύ ανδρός και γυναικός, βασισμένο πάνω στην απόλυτη ισοτιμία του άνδρα και της γυναίκας. Με αυτό τον τρόπο ο Ιησούς πάει πολύ πιο μακριά από την περίπτωση υπό συζήτηση. Η απόλυτη ισοτιμία όλων των ανθρώπων, όλου του ανθρώπινου γένους.

Ο κάθε άνθρωπός με το συνάνθρωπό του είναι ίσοι απέναντι ως προς τη φύση, ισότιμοι ως προς την αξία και τιμή, διαφορετικοί ως προς το φύλο, συμπληρωματικοί ως προς τα χαρίσματα και τη σωματική δύναμη και εξυπνάδα.

Η δύναμη που κρατά όλους ενωμένους, τον άνδρα με τη γυναίκα, και όλους τους ανθρώπους μεταξύ τους, είναι η χάρη του Θεού, δηλαδή η αγάπη, η ανεπιφύλακτη δωρεά-θυσία της ζωής του ενός συζύγου στον άλλο. Να εκτιμούν τα πράγματα, ο ένας με τα μάτια του άλλου, τόσο της κοινής ζωής τους όσο και τα πράγματα της κοινωνίας μέσα στην οποία ζουν, γιατί έτσι θα υπάρχουν ο ένας μέσα από τον άλλο. Το ίδιο, αλλά με διαφορετικό τρόπο, και για το ανθρώπινο γένος, είναι η αγάπη.
Ο σκοπός, ο στόχος της ζωής του ζευγαριού, δεν είναι να ζουν πάντοτε μαζί, αλλά να αγαπιούνται παντοτινά για να ζουν μαζί. Τότε το αδιάλυτο του γάμου έρχεται μόνο του, δεν είναι μια θηλιά και ένα χαλινάρι στο λαιμό του ζευγαριού για να τους κάνει τη ζωή δύσκολη, αλλά μια βοήθεια για να δημιουργηθεί απόλυτη εμπιστοσύνη του ενός προς τον άλλο για να οικοδομήσουν μαζί το μέλλον. Και αυτή η αγάπη πρέπει καθημερινά να καλλιεργείται και να διαφυλάσσεται και από τους δυο, όπως η υγεία τους.

Ένα δεύτερο παράδειγμα τον καιρό του Ιησού : Να ασχοληθεί κανείς με τα παιδιά τον καιρό του Ιησού, σύμφωνα με τους μαθητές και το περιβάλλον, ήταν καιρός χαμένος, ήταν υπόθεση των γυναικών. Ακόμη, σύμφωνα με το κοινωνικό - θρησκευτικό περιβάλλον, τα μικρά παιδιά ζούσαν σε μια συνεχή κατάσταση τελετουργικής και νομικής μίανσης, γιατί αγνοούσαν το νόμο και δεν τον εκτελούσαν κατά γράμμα και οι μαθητές, προκειμένου να μην μιανθεί και ο δάσκαλος, θέλουν να απομακρύνουν τα παιδιά.
Με τη συμπεριφορά του ο Ιησούς δηλώνει ότι όταν πρόκειται κάποιος να κάνει αποδεκτό ένα πρόσωπο και να προάγει την αδελφοσύνη, δεν υπάρχει κανένα εμπόδιο που μετρά και όλα είναι εφικτά σε όποιον έχει καθαρή καρδιά.

Ο Ιησούς, όμως, προχωρεί ακόμη πιο μπροστά, για να περιγράψει την υπαρξιακή υπόσταση εκείνου που πορεύεται προς τη Βασιλεία του Θεού. Λέει : Αφήστε τα παιδιά να έρχονται σε μένα, μην τα εμποδίζετε, διότι σε ανθρώπους που είναι σαν κι αυτά ανήκει η βασιλεία του Θεού. Αλήθεια σας λέω: Δηλαδή, η κατάκτηση του καινούριου κόσμου της Βασιλείας του Θεού, δεν είναι αποτέλεσμα στεγνής λογικής και πολύπλοκων συλλογισμών, αλλά όπως ένα παιδί δέχεται με χαρά όποιο δώρο του γίνεται και είναι πάντοτε ικανό να εκπλαγεί, να χαρεί και να θαυμάσει, και στη συνέχεια αυτό που του δωρήθηκε να το περιεργαστεί για να το καταλάβει. Όπως ένα παιδί που δείχνει εμπιστοσύνη στην καθοδήγηση των γονιών για να ενταχθεί στη ζωή, έστω και αν είναι φορές που δεν του αρέσει, έτσι και ο μαθητής με το Θεό Πατέρα και τον Ιησού.