Κυριακή 10 Μαΐου 2025
Είναι στιγμές που, διαβάζοντας κάποιος το τέταρτο ευαγγέλιο, έχει την εντύπωση ότι ο Ιησούς βρίσκεται σε μία συνεχή διένεξη με τους Ιουδαίους και πρέπει να απαντήσει στην ερώτηση : «Αν είσαι εσύ ο Μεσσίας, πες το καθαρά». (10, 25-26).
Ένα ερώτημα που πολλές φορές και εμάς μας προβληματίζει
Στο ευαγγέλιο κατά Ιωάννη, (αλλά και σε όλη την ευαγγελική παράδοση ο Ιησούς προσπαθεί να αποκαλύψει με τρόπο παραστατικό την ταυτότητα του προσώπου και του έργου του. Δεν δίνει ορισμούς, δεν δογματίζει, προσφέρει περιγραφές ιστορίες που φέρνουν στο μυαλό, εικόνες ζωογονούν την διαίσθηση,
Τρεις είναι μεγάλες σκιαγραφήσεις - απεικονίσεις όπου ο Ιησούς περιγράφει το ποιος είναι : «Εγώ είμαι ο Άρτος της ζωής», «Εγώ είμαι το Φως του κόσμου», και «Εγώ είμαι ο καλός Ποιμένας».
Η περικοπή μας έχει ως θέμα την εικόνα «του καλού Ποιμένα». Προσπαθώντας να κατανοήσουμε όλες αυτές τις εικόνες και ιδιαίτερα την συγκεκριμένη, αυτή «του καλού ποιμένα» πρέπει να είμαστε προσεκτικοί γιατί εύκολα μπορεί να περιπλανηθούμε και να προσχωρήσουμε σε ερμηνείες που ενδεχομένως να βρουν κάποια προσχηματική λαβή στις εικόνες του κειμένου, οι οποίες όμως δεν μπορούν να αναμετρηθούν και να συγκριθούν με την σοβαρότητα του κείμενου.
Ανάγνωσμα από το κατά Ιωάννη ΄Αγιο Ευαγγέλιο (10, 27-30)
Εκείνο τον καιρό συνέχισε ο Ιησούς τη διδασκαλία του λέγοντας: Τα δικά μου τα πρόβατα αναγνωρίζουν τη φωνή μου, κι εγώ τα αναγνωρίζω και με ακολουθούν· εγώ τους δίνω αιώνια ζωή και δε θα χαθούν ποτέ, γιατί κανείς δε θα μπορέσει να τ’ αρπάξει από την εξουσία μου. Ο Πατέρας μου, που μου τα έχει δώσει όλα, είναι ισχυρότερος απ’ όλους. Κανείς δεν μπορεί ν’ αρπάξει ό, τι βρίσκεται στα χέρια του Πατέρα μου. Εγώ κι ο Πατέρας είμαστε ένα» Λόγος του Κυρίου
Ας δούμε λοιπόν και την ευκαιρία που ειπώθηκαν αυτά τα λόγια: Ο Ιησούς βρίσκεται στον περίβολο του Ναού της Ιερουσαλήμ, κατά τη διάρκεια της ετήσιας γιορτής που κάνει ανάμνηση της ‘Κάθαρσης και επανακαθιέρωσης του Ναού’. Μετά την βεβήλωση των διαδόχων του Αλεξάνδρου που είχαν την έδρα τους στην Αντιόχεια.
Παρακολουθεί τους Ιουδαίους που προσέρχονταν στο Ναό (που για κάθε καλό Ιουδαίο ήταν το κατεξοχήν σημείο της παρουσίας του Θεού ανάμεσα στο λαό του, είναι ο κατεξοχήν τόπος επικοινωνίας του ανθρώπου με το Θεό, για πολλόυς είναι η κατοικία του Θεού ). Παρατηρεί, λοιπόν, αυτούς που εισέρχονταν στο προαύλιο του Ναού από την πόρτα που ονομαζόταν προβατική πύλη, πόρτα των προβάτων, δηλαδή ήταν η είσοδος- πόρτα από την οποία έμπαιναν τα πρόβατα που προορίζονταν για τις θυσίες της ημέρας.
«Εγώ είμαι ο ποιμένας»
Ας αφήσουμε πίσω μας όλες εκείνες τις γλυκανάλατες απεικονίσεις του Ιησού ως ποιμένα με άσπρα πεντακάθαρα ρούχα, ξανθό και καλοχτενισμένο κεφάλι και με ένα αρνάκι στην αγκαλιά του! Ο βοσκός, είναι ένα σκληρό επάγγελμα που δεν έχει ανάπαυλες, δεν ξέρει γιορτές και σχόλες ή διακοπές. Ο ποιμένας ζει αποκομμένος και στο περιθώριο της κοινωνικής ζωής, δεν μπορεί ποτέ να απομακρυνθεί τα πρόβατα του. Ζει με τα πρόβατά του και για τα πρόβατά του, θυσιάζεται γι’ αυτά, για να το πούμε σύμφωνα με τα λόγια του πάπα Φραγκίσκου «έχει την μυρωδιά των προβάτων του»!. Ο Ιησούς παίρνει λοιπόν την ευκαιρία να παρομοιάσει τον εαυτό του ως τον ‘ποιμένα’, που με ανιδιοτελή και αληθινή, ουσιαστική φροντίδα, αναλώνεται για "τα πρόβατα του", τους μαθητές του.Λέει λοιπόν «Τα δικά μου τα πρόβατα αναγνωρίζουν τη φωνή μου, κι εγώ τα αναγνωρίζω και με ακολουθούν»· ο ευαγγελιστής έχει στο μυαλό του την ποιμενική ζωή της εποχής του. Κάθε βράδυ περισσότεροι βοσκοί σταβλίζουν τα πρόβατα τους στο ένα κοινό ποιμνιοστάσιο και με βάρδιες τα φρουρούν. Το πρωί ο κάθε βοσκός, με τον δικό του συνθηματικό τρόπο, με τη δική του φωνή, καλεί τα δικά του πρόβατα, για να τα οδηγήσει στην βοσκή. Και κάθε πρόβατο αναγνωρίζει μόνο την φωνή του δικού του βοσκού.
Αναλογικά, ο Ιησούς παρουσιάζει τις σχέσεις του με τους μαθητές ως σχέσεις αμοιβαίας γνωριμίας που βασίζονται στην εμπιστοσύνη ως αποτέλεσμα της καθημερινής τριβής ζωής του ποιμένα και ποιμενομένου, σχέσεις ακρόασης, γνωρίζω εμπιστεύομαι και ακολουθώ.Η εικόνα του Ποιμένα και του ποιμνίου, έχει τις ρίζες της στην προφητική παράδοση, σύμφωνα με την οποία ο Θεός είναι ο ποιμένας που ποιμαίνει τον λαό του Ισραήλ (Ησ.40,11). Κατά καιρούς εμπιστεύεται τη διαποίμανση του ποιμνίου τους στον Αβραάμ, στον Μωυσή, στους προφήτες που είναι πιστοί εκτελεστές του θελήματος του, αλλά και στους βασιλιάδες που σχεδόν όλοι αποδεικνύονται ανάξιοι της εμπιστοσύνης που τους έδειξε ο Θεός. Ο Θεός λοιπόν, μέσω των προφητών, υπόσχεται ότι θα ξαναπάρει στα χέρια του την διαποίμανση του Λαού του, διαμέσου ενός ποιμένα που θα είναι αντάξιος των προσδοκιών Του (Ιεζ. 34).
Στα πλαίσια αυτά τοποθετεί τον εαυτόν του ο Ιησούς και μάλιστα αγγίζει τα ορια της ταύτισης με τον Θεό Ποιμένα . «Ο Πατέρας μου, που μου τα έχει δώσει όλα, Εγώ κι ο Πατέρας είμαστε ένα».
Την εικόνα «του ποιμένα» λοιπόν, χωρίς να αγνοεί την εξουσία που επέχει, την προσδιορίζει ως πατρική αγάπη, κατανόηση και υπηρεσία παρά ως κυριαρχία “εγώ τους δίνω αιώνια ζωή και δε θα χαθούν ποτέ, γιατί κανείς δε θα μπορέσει να τ’ αρπάξει από την εξουσία μου”. Οδηγεί και προστατεύει το ποίμνιο του όχι σε κάποιο ακαθόριστο χρόνο και χώρο αλλά μέσα στην καθημερινότητα, με την ανθρώπινη αδυναμία, τις δοκιμασίες , τις χαρές και τις λύπες της ζωής, τις προσδοκίες που εκπληρώνονται ή μένουν ανεκπλήρωτες, τις λαχτάρες και τις απογοητεύσεις, και την καθιστά ικανή να είναι μια δυνατότητα για ολοκληρωμένη ζωή. Όπως η παραβολή, γνωστή ως «του ασώτου γιου» όπου ο Ιησούς περιγράφει τον ευσπλαχνικό πατέρα, που δεν τιμωρεί των άσωτο γιο αλλά τον αποκαθιστά στην χαμένη του αξιοπρέπεια . Όχι λοιπόν χωρίς λόγο, δηλώνει : «Εγώ κι ο Πατέρας είμαστε ένα».