Η χαρά μιας συναντησης που αλλάζει την ζωή
Κυριακή 3 Νοεμβρίου 2019
Ο Ιησούς, επανειλημμένως είχε πει ότι “για τον Θεό τίποτα δεν είναι ακατόρθωτο”, δηλαδή δεν υπάρχουν καταστάσεις απελπιστικές. Στο ταξίδι του προς την Ιερουσαλήμ, μπήκε στην πόλη Ιεριχώ και εκεί ήρθε να τον συναντήσει “μια περίπτωση” που στα μάτια όλων ήταν τουλάχιστο απελπιστική . Aς δούμε πως μας την περιγράφει ο ευαγγελιστής Λουκάς ( Λκ 19,1-10) :
“ Εκείνο τον καιρό ο Ιησούς μπήκε στην Ιεριχώ και περνούσε μέσα από την πόλη. Εκεί υπήρχε κάποιος, που το όνομά του ήταν Ζακχαίος. Ήταν αρχιτελώνης και πλούσιος. Αυτός προσπαθούσε να δει ποιος είναι ο Ιησούς· δεν μπορούσε όμως εξαιτίας του πλήθους και γιατί ήταν μικρόσωμος. Έτρεξε λοιπόν μπροστά πριν από το πλήθος κι ανέβηκε σε μια συκομουριά για να τον δει, γιατί θα περνούσε από ’κει. Όταν έφτασε ο Ιησούς στο σημείο εκείνο, κοίταξε προς τα πάνω, τον είδε και του είπε: «Ζακχαίε, κατέβα γρήγορα, γιατί σήμερα πρέπει να μείνω στο σπίτι σου». Εκείνος κατέβηκε γρήγορα και τον υποδέχτηκε με χαρά. Όλοι όσοι τα είδαν αυτά διαμαρτύρονταν κι έλεγαν ότι πήγε να μείνει στο σπίτι ενός αμαρτωλού. Τότε σηκώθηκε ο Ζακχαίος και είπε στον Κύριο: «Κύριε, υπόσχομαι να δώσω τα μισά από τα υπάρχοντά μου στους φτωχούς και ν’ ανταποδώσω στο τετραπλάσιο όσα έχω πάρει με απάτη». Ο Ιησούς, απευθυνόμενος σ’ αυτόν, είπε: «Σήμερα αυτή η οικογένεια σώθηκε· γιατί κι αυτός ο τελώνης είναι απόγονος του Αβραάμ. Ο Υιός του Ανθρώπου ήρθε για ν’ αναζητήσει και να σώσει αυτούς που έχουν χάσει το δρόμο τους»”.
Λόγος του Κυρίου
Ο Ζακχαίος ήταν «αρχιτελώνης και πλούσιος», ήταν λοιπόν ένας ισχυρός παράγοντας του τόπου, που όλοι φοβούνταν επειδή μπορούσε να τους καταστρέψει, όντας επικεφαλής των φοροεισπρακτόρων των Ρωμαίων κατακτητών. ΄Ηταν μισητός, διότι ήταν συνεργάτης των κατακτητών, δουλικός προς τα αφεντικά του, νταής, αυθάδης και αλαζονικός με τους συναλλασσόμενους μαζί του και κλέφτης επειδή επιβάρυνε τους λογαριασμούς προς όφελός του. Οι ευσεβείς Ιουδαίοι, θρησκευτικά, λόγιαζαν τους τελώνες ως ‘μιαρούς’ κάτι σαν τους ειδωλολάτρες, γι’ αυτό και όσοι σχετιζόταν μαζί τους δεν μπορούσαν να προσευχηθούν αν δεν έκαναν προηγουμένως τις προβλεπόμενες καθάρσεις. Οι μαθητές του Ιησού, στο πρόσωπό του τελώνη και μάλιστα πλούσιου έβλεπαν να επαληθεύεται σ΄ αυτούς ο σκληρός λόγος του Ιησού : «... είναι ευκολότερο να περάσει μέσα από βελονότρυπα μια καμήλα (ένας κάβος) παρά να μπει πλούσιους στην βασιλεία του Θεού…» (Λκ 18,25) τότε οι μαθητές του είχαν πει : «τότε ποιος μπορεί να σωθεί», και ο Ιησούς είχε απάντησει : «Αυτά που για τους ανθρώπους είναι αδύνατα, για το Θεό είναι δυνατά» (Λκ.18,27)
Ο Ιησούς, όμως, παίρνει την πρωτοβουλία όχι μόνο να ικανοποιήσει την επιθυμία του Ζακχαίου, αλλά πάει και σε συνάντηση του και του απευθύνει το λόγο : «Ζακχαίε, κατέβα γρήγορα, γιατί σήμερα πρέπει να μείνω στο σπίτι σου». Δεν τον επιπλήττει, δεν τον προσκαλεί να μεταστραφεί και να απαρνηθεί τον παλιό του εαυτό και να αλλάξει ζωή, και να του υποσχεθεί ότι αν τα κάνει όλα αυτά τότε θα είναι άξιος να τον υποδεχθεί στο σπίτι του, αλλά αμέσως και απλά εκφράζει την επιθυμία του να μείνει σπίτι του, δηλαδή να εγκαινιάσει μια σχέση, μναζί του να γίνουν φίλοι. Όταν θέλω να μπω στο σπίτι κάποιου θέλω να μοιραστώ τη ζωή μου μαζί του. Όταν ο άλλος ανοίγει την πόρτα του σπιτιού του και με δέχεται, είναι διότι κάνει δεκτή την προσφορά μου. Ο Ιησούς προσφέρει την φιλία του στον Ζακχαίο και τον οδηγεί σε μια σχέση που του αλλάζει εκ βάθρων τη ζωής.
Ο Ζακχαίος γίνεται αποδεκτός από τον Ιησού και ο Ιησούς συναντά την επίπληξη και την απόρριψη των παρευρισκομένων : «Όλοι όσοι τα είδαν αυτά διαμαρτύρονταν κι έλεγαν ότι πήγε να μείνει στο σπίτι ενός αμαρτωλού».
Ο Ζακχαίος επεδίωκε κάτι το ευκαιριακό και περαστικό, «να δει τον Ιησού», αλλά ο Ιησούς του προφέρει κάτι μόνιμο και ουσιώδες.
Καρπός αυτός της συνάντησης; ο Ζακχαίος αλλάζει ριζικά τον τρόπο με τον οποίο αξιολογούσε και χρησιμοποιούσε τα αγαθά μέχρι τώρα, αλλάζει ριζικά την αντίληψη που έχει για τη ζωή του. Αρχίζει από το : «υπόσχομαι να δώσω τα μισά από τα υπάρχοντά μου στους φτωχούς», αυτό κάνεις δεν του το ζήτησε και συνεχίζει υποσχόμενος ότι θα επιστρέψει όσα απέκτησε παράνομα συν το εν πέμπτο που προβλέπει ο Νόμος, αλλά ότι : « θα ανταποδώσω στο τετραπλάσιο όσα έχω πάρει με απάτη». Δεν περιορίζεται στην αποκατάσταση της αδικίας, αλλά εγκαταλείποντας την τάξη των πλουσίων του συσσωρεύει τα αγαθά εις βάρος των αδυνάτων. ξεκινά μια ζωή συμμερισμού που κάνει εφικτή την δικαιοσύνη
Η ευαγγελική περικοπή κλείνει με μερικές διαπιστώσεις διαπιστώσεις :
α)«Σήμερα σ' αυτό το σπίτι μπήκε η σωτηρία γιατί και αυτός είναι απόγονος του Αβραάμ» δηλαδή και αυτός, παρόλη την αμαρτωλότητα, είναι και παραμένει αντικείμενο της αγάπης του Θεού, όπως ο δίκαιος Αβραάμ,
β) «Ο Υιός του ανθρώπου ήρθε για να αναζητήσει και να σώσει αυτούς που έχουν χάσει τον δρόμο»· μια δήλωση που μπορεί να ενοχλήσει τους “καλούς “ που θα νοιώσουν παραμερισμένοι και ότιοι κόποι τους δεν εκτιμούνται και όσους καταλαβαίνουν τον κόσμο χωρισμένο σε στρατόπεδα: από εδώ οι καλοί τους οποίους αγαπάμε, προστατεύουμε και προωθούμε, και από την άλλη οι κακοί που τους απαξιώνουμε και τους περιθωριοποιούμε είτε θρησκευτικά είτε κοινωνικά.
Για τον Ιησού υπάρχουν μόνον άνθρωποι που έχουν ανάγκη σωτηρίας και είναι πρόσωπα που ο Θεός αγαπά, είτε Φαρισαίοι είτε τελώνες, πλούσιοι ή φτωχοί, Εβραίοι ή ειδωλολάτρες· και αυτό είναι ευαγγέλιο. Και όταν όπως ο Ζακχαίος του εμπιστεύονται τη ζωή τους, ο Ιησούς και αλλάζει τη εκ βάθρων την ζωή τους,
γ) το κυνήγι του πλούτου καταστρέφει, ο πλούτος αποκτάτε δίνοντάς και χαρίζοντας και μοιραζόμενοι με τους άλλους τα αγαθό για το κοινό καλό και όχι συσσωρεύοντας.
δ) Η μετάνοια-μεταστροφή, είναι μια αλλαγή νοοτροπίας και ζωής που ξεκινά από μια προσωπική επαφή του ενδιαφερομένου και του Ιησού. Η προσωπικότητα του Ιησού συναρπάζει και εμπνέει εκείνον που τον συναντά, και αυτό γίνεται αιτία μιας υπαρξιακής αλλαγής του άλλου.
ε) Η μετάνοια-μεταστροφή δεν είναι ποτέ μόνον μια προσωπική υπόθεση· έχει και μια κατεξοχήν κοινοτική διάσταση. Αλλάζει ποιοτικά τις ανθρώπινες σχέσεις, τα κριτήρια αξιολόγησης και χρήσης των υλικών αγαθών. Δεν είναι ένα “εφ’ άπαξ” αλλά μια πορεία επίπονη και μακρά, όπου απομακρύνοντας τα εμπόδια, το κακό και την αμαρτία, αυξάνεται όλο και περισσότερο η χαρούμενη και ολοκληρωτική κοινωνία ζωής μεταξύ Θεού και ανθρώπου, και ανθρώπων μεταξύ τους.
π.ιμ