Κυριακή 19 Σεπτεμβρίου 2021
Η σημερινή ευαγγελική περικοπή, μας παρουσιάζει τον Ιησού να προειδοποιεί για δεύτερη φορά τους μαθητές του για το επικείμενο πάθος του αλλά και για την Ανάστασή του. Και τώρα, όπως και την πρώτη φορά, οι μαθητές του φοβούνται γιατί δεν μπορούν να καταλάβουν τι τους λέει και ούτε μπορούν να δεχτούν έναν Μεσσία που υποφέρει και πεθαίνει. Εκείνοι συνεχίζουν να ονειρεύονται με έναν ένδοξο Μεσσία (Mτ 16, 21-22) και τη θέση που θα έχουν δίπλα του.
Ανάγνωσμα από το κατά Μάρκο Άγιο Ευαγγέλιο (Μκ 9,30-37)
Αναχώρησαν κι από εκεί και προχωρούσαν μέσα από τη Γαλιλαία. Κι ο Ιησούς δεν ήθελε να το γνωρίζει κανείς. Διότι δίδασκε τους μαθητές του και τους έλεγε: "Ο Υιός του ανθρώπου θα παραδοθεί στα χέρια των ανθρώπων και θα τον σκοτώσουν. Τρείς μέρες μετά το θάνατό του θα αναστηθεί". Εκείνοι, όμως, δεν κατάλαβαν τι τους είπε και φοβούνταν να τον ρωτήσουν.
Κι έφθασαν στην Καπερναούμ. Όταν έφθασαν στο σπίτι, τους ρώτησε: "Τι συζητούσατε στο δρόμο;" Εκείνοι σιωπούσαν, γιατί στο δρόμο συζητούσαν μεταξύ τους για το ποιός είναι ανώτερος. Τότε ο Ιησούς κάθισε και φώναξε τους Δώδεκα και τους είπε: "Αν κάποιος θέλει να είναι πρώτος, να είναι τελευταίος απ' όλους και υπηρέτης όλων". Και πήρε ένα παιδί, το έστησε στη μέση και αγκαλιάζοντάς το τους είπε: " Όποιος δεχθεί ένα τέτοιο παιδί στο όνομά μου, δέχεται εμένα. Κι όποιος δέχεται εμένα, δεν δέχεται εμένα, αλλά εκείνον που με έστειλε".
Λόγος του Κυρίου
Ο Ιησούς, λοιπόν, είχε εντάξει στη ζωή του τον βίαιο θάνατό του, μιας και αποφάσισε να μείνει μέχρι τέλους πιστός στην πορεία που διάλεξε: αγάπη για το Θεό και για τους ανθρώπους και αγάπη, ευσπλαχνία και δικαιοσύνη, μεταξύ των ανθρώπων.
Ήθελε να μυήσει και τους μαθητές του σε αυτήν την πορεία, επειδή όλα έδειχναν ότι δεν την συμμερίζονταν. Έβλεπαν διαφορετικά τα πράγματα. Πίστευαν ότι, ακολουθώντας τον Ιησού, θα είχαν ένα λαμπρό μέρος -και μέλλον- μπροστά τους. Αντιμετώπιζαν με φόβο τις προειδοποιήσεις του Ιησού, αλλά και δεν τις πίστευαν πολύ.
Ακόμη και σε μας σήμερα, επιπλέει μια παρόμοια νοοτροπία και αντίληψη ζωής το εγωκεντρικό συμφέρον: «ακολουθώ τον Ιησού, αλλά τι έχω να κερδίσω;» ή ακόμη «γιατί να κάνω το καλό, αφού οι άλλοι δεν το εκτιμούν; ποιο το όφελός μου;»
Αυτό που ο Ιησούς προσπαθεί να τους μυήσει σε μιαν αντίληψη της ζωής ως υπηρεσία για το “κοινό καλό” και όχι ανεξάρτητα από το “κοινό καλό” , μια ζωής ως υπηρεσία και προσφορά , άρα μια ζωή θυσίας.
Ο Ιησούς καθοδηγεί τους μαθητες του, μας καθοδηγεί, στο να αντιμετωπίζουν/αντιμετωπίζουμε την πραγματικότητα, πρόσωπο προς πρόσωπο: τι ακριβώς επιθυμώ; Διότι αν διερωτόμαστε πώς θα ήταν αν......,το φαντασιακό παίρνει το πάνω χέρι και χάνουμε το πραγματικό. Προσπαθεί να τους κάνει να συνειδητοποιήσουν σε πιο πλαίσιο ζωής πορεύονται, άρα αν αυτο που επιθυμούν πως εντάσσεται αν εντάσσεται σ’ αυτό, τι ακριβώς συζητάνε.
Ο Ιησούς δεν αρνείται και ούτε κατακρίνει την επιθυμία: «κάποιος να θέλει να είναι πρώτος», δεν καταπνίγει την δίψα για δύναμη· την δέχεται όμως κάτω από την προοπτική: “ο πρώτος να είναι τελευταίος απ' όλους και υπηρέτης όλων”. Υποδεικνύει με αυτόν τον τρόπο το κριτήριο βάσει του οποίου κάποιος πρέπει να εκτιμά και με ποια προαίρεση και προοπτική να επιδιώκει τα πρωτεία και, με πιο κριτήριο οι άλλοι, να αναγνωρίζουν το θεμιτό αυτής της επιθυμίας του.
Η υπηρεσία των άλλων: η αξία και η αυθεντία του μαθητή του Χριστού, και δεν εξαρτάται από την εργασία που κάνει, από την μόρφωσή του, τα πράγματα που κατέχει, από τις όποιες επιτυχίες του ή τα μεγαλεία που απολαμβάνει λόγω της καταγωγής του κλπ. Η αξία και η αυθεντία κάποιου, του πραγματικού μαθητή του Χριστού, έγκειται στο γεγονός του ότι είναι και έχει, τα διαθέτει για την υπηρεσία των άλλων και πως σ’ αυτή την προσπάθεια ως μοναδικό πρότυπο θα έχει τον Ιησού.
Ο Ιησούς δεν περιορίζεται μόνο στον λόγο, προχωρά με ένα προφητικό δρώμενο˙ την έμπρακτη προβολή του παιδιού: “ Όποιος δεχθεί ένα τέτοιο παιδί στο όνομά μου, δέχεται εμένα”. Με αυτό τον τρόπο, ο Ιησούς, διδάσκει τους μαθητές του ότι η υπηρεσία αρχίζει συμπληρώνεται και ολοκληρώνεται με την υποδοχή και αποδοχή των άλλων, αρχίζοντας από τους περισσότερο ανωνύμους και αθέατους στους πολλούς. Είναι γνωστό ότι μεταξύ των Ιουδαίων της εποχής του Ιησού, αλλά και άλλων αρχαίων πολιτισμών, το παιδί ήταν «άνευ σημασίας», δεν είχε κανένα δικαίωμα, ήταν απόλυτα στο περιθώριο. Περίμενε τα πάντα από τους άλλους με εμπιστοσύνη. «Παιδιά», λοιπόν, είναι ο αδύνατος, ο περιθωριακός, εκείνος που δεν μετρά και περιμένει τα πάντα από τους άλλους. Αποδοχή σημαίνει “διαθεσιμότητα” όχι μόνο να αποδεχτώ πατερναλιστικά τον άλλο, αλλά πολύ περισσότερο: να σιωπώ για να το ακούσω και να προσπαθήσω να τον καταλάβω πρώτα από όλα, ιδιαίτερα αυτόν που δεν έχει φωνή, που του αρνούνται την αξιοπρέπεια του προσώπου· να βγω από το “εγώ” μου και “να αγκαλιάσω” τον άλλο, να τον κάνω μέρος της ζωής μου.
Ο Ιησούς, λοιπόν, προσκαλεί τους, ανά τους αιώνες, μαθητές του να ανακαλύψουμε την αξία, και να την εκτιμήσουμε, όχι μόνο των μικρών ανθρώπων αλλά και των μικρών, ταπεινών και καθημερινών πράξεων που μπορεί να κάνει ακόμη και το μικρό παιδί και να τις αξιοποιήσουμε και όχι να “μεγαλοπιανόμαστε” περιμένοντας το μεγάλο γεγονός που, ακόμη και όταν έρθει, δεν ξέρουμε να το αντιμετωπίσουμε διότι μας βρίσκει απροετοίμαστους, επειδή δεν δώσαμε σημασία στα μικρά που μας προετοιμάζουν για να υποδεχθούμε τα μεγάλα.