Κυριακή 13/12/2020
Μάρτυρας και μαρτυρία, στο χριστιανισμό είναι θεμελειώδεις, τόσο ως έννοιες όσο και ως τρόπος ζωής. Σ’ αυτές ο Χριστιανισμός οφείλει την ύπαρξή του
Ανάγνωσμα από το κατά Ιωάννη ' Αγιο Ευαγγέλιο (1, 6-8.19-28)
Υπήρξε ένας άνθρωπος, σταλμένος από το Θεό, που λεγόταν Ιωάννης.
Αυτός ήλθε για μαρτυρία, για να μαρτυρήσει για το φως, ώστε όλοι να πιστέψουν μέσω αυτού. Δεν ήταν εκείνος το φως, αλλά ήλθε να μαρτυρήσει για το φως.
Αυτή είναι η μαρτυρία που έδωσε ο Ιωάννης, όταν οι Ιουδαίοι απ'τα Ιεροσόλυμα έστειλαν σ' αυτόν ιερείς και λευίτες για να τον ρωτήσουν: "Εσύ ποιος είσαι;" και εκείνος ομολόγησε και δεν αρνήθηκε. Κι ομολόγησε: "Δεν είμαι εγώ ο Χριστός". Τον ρώτησαν τότε: "Τι, λοιπόν; Είσαι ο Ηλίας;" Και είπε: "Δεν είμαι". "Εσύ είσαι ο προφήτης;" Κι απάντησε: "Όχι!’ Του είπαν τότε: "Ποιος είσαι; Για να δώσουμε απάντηση σ' αυτούς που μας έστειλαν. Τι λες για τον εαυτό σου;" Είπε τότε: "Εγώ είμαι μια φωνή κάποιου που φωνάζει στην έρημο: ‘ισιώστε το δρόμο του Κυρίου’, όπως είπε ο προφήτης Ησαϊας". Οι απεσταλμένοι ήταν απ' τους Φαρισαίους. Τον ρώτησαν, λοιπόν και του είπαν: "Γιατί, λοιπόν, βαφτίζεις αν εσύ δεν είσαι ο Χριστός ούτε ο Ηλίας ούτε ο προφήτης;" Ο Ιωάννης απάντησε και τους είπε: "Εγώ βαφτίζω σε νερό. Ανάμεσά σας στέκεται αυτός που δε γνωρίζετε, αυτός που έρχεται μετά από μένα και του οποίου δεν είμαι άξιος να λύσω το κορδόνι του σανδαλιού του". Αυτά συνέβηκαν στη Βηθανία, πέρα απ'τον Ιορδάνη, όπου ήταν ο Ιωάννης και βάφτιζε.
Λόγος του Κυρίου.
Το αντικείμενο του μάρτυρα και της μαρτυρία του, είναι πάντα το πρόσωπο του Ιησού Χριστού. Και μέσω του Ιησού Χριστού για τον Θεό του Ζώντα. Ο σκοπός και ο προσανατολισμός τους, η πίστη: "Για να πιστεύουν όλοι μέσω αυτού" τυου Ιησού Χριστού.
Η έννοια της μαρτυρίας τοποθετείται μεταξύ της γνώσης και της άγνειας. Της Πίστη και ητης απιστία · του Ιησού και του κόσμου, του φωτός και του σκότους, της αποδοχής και της απόρριψης. Σε περίοδο σύγκρουσης και αντιπαράθεσης η ανάγκη της είναι πιο έντονη. Η διαδικασία είναι πάντα ανοιχτή .Χρειάζεται η αντικειμενική ακρίβεια των επεισοδίων που τυχόν περιγράφονται, όχι όμως όσο η κατανόηση του νοήματος και της έννοιας που μέσα από αυτά εκδηλώνεται και τα οποία η μαρτυρία θέλει να μεταδώσει στο πρόσωπο που δίνει μαρτυρία δηλαδή αυτό που ο μάρτυρας θέλει να κάνει γνωστό στους ανθρώπους.
Πηγή της μαρτυρίας είναι μια εμπειρία ζωής.
Ο μάρτυρας είναι απλά μια φωνή που κοινωποιεί , που εφιστά την προσοχή των ακροατών σε κάτι ή σε κάποιον που είναι πολύ πιο σημαντικός από τον ίδιο . Ο αληθινός μάρτυρας , όπως ακριβώς ο Ιωάννης, δείχνει τον Κύριο, αλλά αμέσως απομακρύνεται. ΄Ετσι και εμείς οι μαθητές του Χριστού, για τον Χριστό.
Ο Βαπτιστής δεν εφιστά την προσοχή στον Μεσσία που θα έρθει, αλλά στον Μεσσία που βρίσκεται
ήδη στη ανάμεσά μας και τον οποίο δεν γνωρίζουμε: «Ανάμεσά σας στέκεται εκείνος που δεν γνωρίζετε» (1:26). Ο Ιωάννης είναι , και εμείς οι μαθητές του Ιησού είμαστε, μάρτυρας/μάρτυρες ενός Θεού ήδη εδώ μέσω του Αναστημένου Χριστού. Τότε ήταν Ιωάννης, και ως μάρτυρας βοηθούσε τους ακροατές του να ανακαλύψουν το Μεσσία και να γίνει γνωστός. Τώρα εναπόκειται στη χριστιανική κοινότητα, και σε καθένα από μας, να βοηθούν με την μαρτυρία τους τον κόσμο να ανακαλύψει τον Αναστημένο, έναν Χριστό που υπάρχει ήδη στον κόσμο.
Κοινότητα και μαθητές, όπως ο Ιωάννης, πρέπει να κατευθύνουν στο Χριστό και διαμέσου του στον Θεό Πατέρα. Ακόμη και όταν μιλούν για τους ΄Αγιους, δεν πρέπει να τους παρουσιάζουν ως υπερήρωες, αλλά ως μάρτυρες που δείχνουν τον δρόμο προς τον Χριστό. Ο μάρτυρας είναι πειστικός όταν κηρύττει όχι τον εαυτόν του, αλλά όπως ο ΄Αγιος Παύλος μαρτυρεί : “να κηρύττω το ευαγγέλιο, χωρίς σοφά και περίτεχνα λόγια, ώστε ο θάνατος του Ιησού Χριστού στο σταυρό να μη χάσει το περιεχόμενό του ...Γιατί σκοπός μου δεν ήταν να σας κάνω να γνωρίσετε κάτι άλλο, παρά μόνο τον Ιησού Χριστό, και μάλιστα σταυρωμένον... Τα λόγια μου και το κήρυγμά μου δε στηρίζονταν σε ανθρώπινη σοφία, που πείθει, αλλά στην πεποίθηση που γεννούν τα χαρίσματα του Πνεύματος ...Ώστε η πίστη σας να βασίζεται όχι σε ανθρώπινη σοφία, αλλά στη δύναμη του Θεού” (1Κορ. 1,16 + 2,2-5)