Οι δύο όψεις της Μοναδικής Αγάπης.
Κυριακή 29 Οκτωβρίου 2017
Η σύγκρουση του Ιησού με τους παράγοντες των μεγάλων θρησκευτικών πολιτικών ρευμάτων του τότε Ιουδαϊσμού είναι συνεχής. Την περασμένη βδομάδα ασχοληθήκαμε με το φόρο του Καίσαρα. Στη συνέχεια ακολούθησαν οι Σαδδουκαίοι για την ανάσταση των νεκρών και τους αποστόμωσε, και τώρα σειρά παίρνουν οι Φαρισαίοι με τους νομικούς τους.
Το πρόβλημα ήταν απλό εκ πρώτης όψεως, αλλά γεμάτο παγίδες. Υπάρχει, άραγε, ένας νόμος μεταξύ των τόσων που υπάρχουν, που είναι ο πρώτος και μεγαλύτερος μεταξύ όλων; Για μερικούς ήταν η τήρηση του Νόμου του Σαββάτου, αλλού είχαν διαφορετική γνώμη, και οι συζητήσεις ήταν ατελείωτες.
Ανάγνωσμα από το κατά Ματθαίο Άγιο Ευαγγέλιο (Μτ 22, 34-40)
Οι Φαρισαίοι όταν άκουσαν ότι αποστόμωσε τους Σαδδουκαίους, συγκεντρώθηκαν μαζί. Κι ένας απ' αυτούς, νομικός, τον ρώτησε με σκοπό να τον πειράξει: “Διδάσκαλε, ποιά είναι η μεγάλη εντολή στο Νόμο;” Κι εκείνος του είπε: "Θα αγαπήσεις τον Κύριο το Θεό σου με όλη σου την καρδιά και με όλη σου την ψυχή και με όλο σου το νου. Αυτή είναι η μεγάλη και πρώτη εντολή. Αλλά δεύτερη, όμοια με αυτή, είναι: Θα αγαπήσεις τον πλησίον σου όπως τον εαυτό σου. Απ' αυτές τις δυο εντολές εξαρτώνται όλος ο Νόμος και οι προφήτες".
Λόγος του Κυρίου
Το ερώτημα που θέτουν οι Φαρισαίοι στον Ιησού, όπως ήδη είπαμε, πηγάζει από έναν προβληματισμό της εποχής τους, αλλά και από το πρόσωπό του.
Ο προβληματισμός: Οι Ιουδαίοι δίπλα στο «Δεκάλογο» είχαν και 613 επί μέρους νόμους εφαρμοστέους, που ρύθμιζαν κάθε πτυχή της ζωής. Οι 365 εντολές, όσες οι μέρες του έτους, ήταν απαγορεύσεις τι δεν πρέπει να κάνουν, και οι 248 εντολές, όσα τα μέρη του σώματος, τι πρέπει να κάνουν. Με αυτό τον τρόπο ήθελαν να πουν ότι τα πάντα, τόσο ο χρόνος όσο και η ζωή, είναι κάτω από τον έλεγχο του Θεού.
Το πρόσωπό του : Όλοι διερωτόντουσαν και ιδιαίτερα οι Φαρισαίοι, πώς ένας νεαρός και πρώην ξυλουργός, παρουσιαζόταν ως Ραβί, δάσκαλος, πού και πώς μορφώθηκε; Τι βάθος είχαν οι γνώσεις του για το Νόμο;
Θέλησαν, λοιπόν, με ένα ερώτημα να έχουν δύο απαντήσεις.
Η επιθυμία τους να βρουν ένα νόμο που να είναι μια πυξίδα για να προσανατολιστούν και έτσι να είναι εντάξει με τις υποχρεώσεις τους, μοιάζει και με τι δική μας επιθυμία: να βρω αυτό που μου δίνει τη σιγουριά ότι είμαι καθ’ όλα εντάξει απέναντι στο Θεό.
Δεν μπορούμε να αγαπάμε το Θεό αν δεν αγαπάμε αυτό που εκείνος αγαπά. Η βιβλική παράδοση μας λέει ότι ο άνθρωπος είναι πλασμένος «κατ’ εικόνα και ομοίωσή του» και ότι σ’ αυτόν, περισσότερο από κάθε άλλο πλάσμα, «ευαρεστήθηκε». Η αγάπη, λοιπόν, για τον άνθρωπο γεννιέται από την αγάπη για το Θεό. Όσο πιο μεγάλη είναι η αφοσίωση του ανθρώπου στο Θεό, τόσο πιο γενναιόδωρη και δεσμευτική πρέπει να είναι η αγάπη για τον πλησίον, όποιος και αν είναι αυτός και ιδιαίτερα αν είναι ο φτωχός, ο περιθωριακός, ο περιφρονημένος. Διαφορετικά, προσευχόμαστε σε μια σκιά και όχι στο Θεό τον Ζώντα.
Αυτές οι δύο υποδείξεις: « θα αγαπήσεις τον Κύριο το Θεό σου με όλη την καρδιά σου …θα αγαπήσεις τον πλησίον σου όπως τον εαυτόν σου », είναι δύο όψεις ενός νομίσματος και όλα τα υπόλοιπα, δηλαδή ο Νόμος και οι προφήτες, σ’ αυτό το δίπτυχο βρίσκουν το θεμέλιο και την κινητήρια δύναμή τους. Ο ίδιος ο Ιησούς, τελικά, είναι η ζωντανή και χειροπιαστή μαρτυρία – απόδειξη της αλήθειας των απαντήσεών του.
Να αγαπάς τον πλησίον χωρίς να αγαπάς το Θεό,
είναι σαν ένα δένδρο χωρίς ρίζες.
Να αγαπάς το Θεό χωρίς να αγαπάς τον πλησίον,
είναι σαν ένα δένδρο που δεν παράγει καρπούς.
x