Ο
Θεός Πατέρας είναι εδώ για να μας βοηθήσει
να περάσουμε τα όρια μας.
Κυριακή 2 Οκτωβρίου 2016
Ο Ευαγγελιστής Λουκάς, όπως μας πληροφορεί στην αρχή του Ευαγγελίου του (Λκ 1,1-
4), όταν το
έγγραφε είχε κατά
νου
δύο πράγματα, α)
την εποχή που έζησε και έδρασε ο Ιησούς,
δηλαδή μεταξύ του 27-30 της εποχής μας,
για να αποδώσει, στο μέτρο που του ήταν
ανθρώπινα δυνατόν, σωστά τα γεγονότα
που περιέγραφε.
Και β)
την κοινότητα των μαθητών της
εποχής του 70-80 για χάρη και προς όφελος
της οποίας έγραφε. Με
με τις χαρές, τις λύπες, τους προβληματισμούς,
και τις ανάγκες της στη δεκαετία στην
οποία ήθελε να προσφέρει φως για να
κατανοήσουν τα γεγονότα που ζούσαν και
να τους προσφέρει πίστη για την
αντιμετώπισή τους, κάτω από το φως του
Ευαγγελίου.
Στα
προηγούμενα κεφάλαια ο Ευαγγελιστής
είχε παραθέσει τη διδασκαλία του Ιησού
σχετικά με την Ευσπλαχνία του Θεού
Πατέρα και με το πνεύμα με το οποίο
πρέπει να ζουν οι μαθητές, ώστε η ζωή
τους να είναι μαρτυρία της ευσπλαχνίας
του Θεού για τους ανθρώπους.
Συνέχισε
με το ότι πρέπει να χειρίζονται τα γήινα
αγαθά: με σύνεση και εξυπνάδα, ως εργαλεία
και μέσα για να κάνουν το καλό και να
δείχνουν την ευσπλαχνία τους.
Αμέσως πριν
από την περικοπή μας είχε μιλήσει για
το πνεύμα της συγγνώμης, με το οποίο
έπρεπε να αντιμετωπίζουν τις δύσκολες
καταστάσεις και είχε καταλήξει με την
υπόδειξη «Αν ο αδερφός σου σού κάνει
κακό, συμβούλεψέ τον και συγχώρησέ τον.
Αν σου κάνει κακό πολλές φορές την ημέρα
κι έρθει άλλες τόσες και σου πει “μετανοώ”,
να τον συγχωρήσεις μέχρι εβδομήντα
φορές επτά ».
Τότε οι
μαθητές απόρησαν και ένιωσαν το βάρος
των λόγων του Ιησού.
Ας ακούσουμε από
το Ανάγνωσμα, από το κατά Λουκά άγιο
Ευαγγέλιο (Λ κ 17,5-10), το αίτημά τους και
την απάντηση του Ιησού :
»Ποιος από σας, όταν ο δούλος του,
που τον έχει για να οργώνει τα χωράφια
ή να βόσκει τα πρόβατα, έρθει στο σπίτι
από το χωράφι, θα του πει: “έλα αμέσως
και κάθισε να φας”; Δε θα του πει μάλλον:
“ετοίμασε να δειπνήσω, ζώσου την ποδιά
κι υπηρέτησέ με ώσπου να φάω και να πιω,
και μετά θα φας και θα πιεις κι εσύ”;
Πρέπει μήπως να χρωστάει χάρη στο δούλο,
επειδή έκανε αυτό που τον διέταξε; Δεν
το νομίζω. Έτσι κι εσείς, όταν κάνετε
όλα όσα σας προστάζει ο Θεός, να λέτε:
“είμαστε ανάξιοι δούλοι· κάναμε αυτό
που οφείλαμε να κάνουμε”».
Λόγος του Κυρίου
Αντιμέτωποι με μια τέτοια υπόδειξη του
Ιησού για συγγνώμη χωρίς όρια, οι μαθητές
συνειδητοποιούν τη μικρότητα και την
ανικανότητά τους και καταλαβαίνουν ότι
από μόνοι τους δεν έχουν τη δύναμη να
ανταποκριθούν. Και τι κάνουν; Μια
προσευχή: «Αύξησε την πίστη μας».
Η προσευχή είναι το να κάνουμε χώρο στο
Θεό να μας μιλήσει, να επέμβει στη ζωής
μας, άρα να του δείξουμε περισσότερη
εμπιστοσύνη και διαθεσιμότητα και να
τον αφήσουμε να μας κάνει σημείο της
παρουσίας του μέσα στον κόσμο.
Το αίτημα των Αποστόλων δείχνει ακόμη
ότι η πίστη είναι ένα κατόρθωμα του
ανθρώπου και δεν είναι κάτι που το
κατέχουμε μια φορά για πάντα ή κάτι που
μπορούμε να το μάθουμε και στη συνέχεια
να το βάζουμε σε πράξη, αλλά ότι κάποιος
έρχεται αρωγός με μια δωρεά στην
προσπάθειά μας να αλλάξουμε νοοτροπία,
να βγούμε από τον εαυτόν μας, να πάμε σε
συνάντηση κάποιου, εκείνου που προσφέρει,
να τον εμπιστευτούμε και μαζί του να
ζήσουμε, και αυτός να φροντίζει, ερχόμενος
βοηθός, για την καλή μας πρόοδο στην
πίστη.
Η απάντηση του Ιησού είναι καθησυχαστική,
αλλά και παράξενη. Δεν χρειάζεται, μας
λέει, ποσότητα, αλλά ποιότητα, χρειάζεται
να είναι αυθεντική, γνήσια και ανιδιοτελής,
τότε ακόμη και αν η πίστη οδηγεί τον
πιστό σε απρόσμενες καταστάσεις.
Πιστεύω, δεν είναι η ικανότητα να μάθουμε
κάτι ή να κατανοήσουμε κάποια αφηρημένη
αλήθεια ως πραγματικότητα. Πίστη είναι
η ικανότητα, με τη βοήθεια του Ιησού, να
εγκαινιάσουμε, να αναπτύξουμε και να
ζήσουμε μια βαθειά σχέση εμπιστοσύνης
με το Θεό, που μας αγαπά και μας έπλασε
ικανούς να αναπτύξουμε μια σχέση
εμπιστοσύνης μαζί του. Μια σχέση που
αγκαλιάζει όλη τη ζωή του πιστού, χωρίς
να αφήνει καμιά πτυχή της έξω. Ιδού τι
εννοεί ως πίστη ο Ιησούς όταν λέει: η
πίστη σου σε έσωσε.
Η Αποδοχή του δώρου, απόλυτη εμπιστοσύνη
και βίωμα του δώρου, με βάση όχι μόνο
τις δυνάμεις μας και τις ικανότητές
μας, αλλά με τη συμπαράσταση του Θεού.
Αυτή η σχέση μάς κάνει να δούμε τα
πράγματα γύρω μας διαφορετικά, στη σωστή
τους διάσταση, και να ενεργήσουμε, όχι
σύμφωνα με τις όποιες δυνατότητές μας,
αλλά σύμφωνα με τη χάρη του που ενεργεί
σε μας.
Στην έκφραση αυτή του Ιησού “Αν είχατε
πίστη σαν κόκκο σιναπιού, θα λέγατε σ’
αυτή τη μουριά: “ξεριζώσου και πήγαινε
να φυτρώσεις στη θάλασσα” κι εκείνη θα
σας υπάκουε”. Η αλήθεια δεν είναι
στην υπερβολή, αλλά στο ότι η πίστη
αλλάζει από τα θεμέλια τον άνθρωπο και
του απελευθερώνει δυνάμεις που πρώτα
δεν γνώριζε. Και αυτό όχι σε “υλικές”
δυνάμεις.
Και η δεύτερη παραβολή, η οποία περισσότερο
από παραβολή είναι μια σύγκριση, δεν
σκοπεύει να περιγράψει τη συμπεριφορά
του Θεού απέναντι του πιστού, αλλά ποια
πρέπει να είναι η συμπεριφορά του
ανθρώπου απέναντι στο Θεό, δηλαδή
ολοκληρωτική διαθεσιμότητα, χωρίς
υπολογισμούς και προαπαιτούμενα. Πίστη,
σημαίνει ολοκληρωτική διαθεσιμότητα.
Δεν πιστεύουμε ως μισθωτοί, τόση εργασία
τόση πληρωμή και φτάνει. Με το Θεό δεν
συνάπτουμε ένα συμβόλαιο: εγώ σε υπακούω
και σε υπηρετώ και Εσύ μου δίνεις τόση
σωτηρία. Πίστη είναι να έχω τη διάθεση
να ζήσω όπως ο Ιησούς, όπου ο σκοπός της
ζωής μου είναι ό,τι κάνω το κάνω από
αγάπη, και όχι από ανάγκη, υποχρέωση ή
συμφέρον, και έτσι να είμαι αντανάκλαση
της αγάπης και της ευσπλαχνίας του Θεού,
και εμείς ένα σημείο της απτής παρουσίας
του Θεού μέσα στον κόσμο μας.
Ο Ιησούς θέλει οι μαθητές του να
αντιμετωπίζουμε τη ζωή μας με διαθεσιμότητα
και κουράγιο και να ενεργούμε με πνεύμα
δωρεάς για τις όποιες ανάγκες τής ήδη
παρούσας και ερχόμενης Βασιλείας του
Θεού, λέγοντας έκανα ό,τι έκανα και το
έκανα γιατί αυτό είναι η ζωή μου, αυτό
δίνει νόημα στη ζωή μου, γι’ αυτό το
λόγο υπάρχω, και δεν αποβλέπω σε καμιά
ανταπόδοση, γιατί το να ζω με το Χριστό
τη ζωή του Χριστού, αυτό με ολοκληρώνει.
Το ζήτημα, λοιπόν, είναι, όχι η ποσότητα
της πίστης μου, αλλά χρειάζεται η
ποιότητα της πίστης μου. Αυτό έχει
αντανάκλαση και στην ποιότητα της αγάπης
μου και στην ελπίδα μου.
π.ιμ