Κυριακή 25 Απριλίου 2021
Το Πάθος του Κυρίου μας Ιησου Χριστού από το κατά Μάρκο άγιο Ευαγγέλιο
Η Μεγάλη Εβδομάδα είναι καιρός γεμάτος από σημεία, σύμβολα, εμπειρίες, άπλετο φως. Πολλά θα ακουστούν, πολλά θα ειπωθούν, ωραία, μελιστάλακτα ή και τραγικά.
Εμείς θα επικεντρώσουμε τη προσοχή και μελέτη μας μόνο σε δύο σημεία. Τη προσευχή του Ιησού στον Κήπο των ελαιών Και τους παριστάμενους γύρο από τον Σταυρό του Ιησού στον Γολγοθά.
Η προσευχή του Ιησού
Γράφει ο ευαγγελιστής Μάρκος :

Έρχονται σ’ έναν τόπο που τ’ όνομά του είναι Γεθσημανή, και λέει ο Ιησούς στους μαθητές του: «Καθίστε εδώ ώσπου να προσευχηθώ». Παίρνει μαζί του τον Πέτρο, τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη και άρχισε να συνταράζεται και να αγωνιά. Τότε τους λέει: «Περίλυπη μέχρι θανάτου είναι η ψυχή μου· περιμένετε εδώ και μείνετε ξάγρυπνοι». Κι αφού απομακρύνθηκε λίγο, έπεσε με το πρόσωπο στη γη και προσευχόταν, να γλιτώσει, αν ήταν δυνατό, από αυτή την ώρα. «Αββά, Πατέρα», έλεγε, «όλα είναι δυνατά για σένα· γλίτωσέ με απ’ αυτό το ποτήρι· ας μη γίνει όμως το δικό μου θέλημα αλλά το δικό σου». Έρχεται πίσω και τους βρίσκει να κοιμούνται, και λέει στον Πέτρο: «Σίμων, κοιμάσαι; Δεν μπορέσατε να μείνετε άγρυπνοι ούτε μία ώρα; Μείνετε άγρυπνοι και προσεύχεστε, για να μη σας νικήσει ο πειρασμός· το πνεύμα είναι πρόθυμο, η σάρκα όμως αδύναμη». Απομακρύνθηκε πάλι και προσευχήθηκε με τα ίδια λόγια. Γύρισε και τους ξαναβρήκε να κοιμούνται· τα μάτια τους ήταν βαριά από τη νύστα και δεν ήξεραν τι να του απαντήσουν. Έρχεται για τρίτη φορά και τους λέει: «Κοιμάστε ακόμα και ξεκουράζεστε; Φτάνει. Ήρθε η ώρα. Τώρα ο Υιός του Ανθρώπου παραδίνεται στα χέρια ανθρώπων αμαρτωλών. Σηκωθείτε, πρέπει να πηγαίνουμε· να, έφτασε αυτός που θα με προδώσει». Μπορούμε να ορίσουμε την προσευχή του Ιησού στον κήπο των ελαιών ως το εσωτερικό πάθος του Μεσσία: τα άλλα επεισόδια του πάθους που μας διηγείται ο ευαγγελιστής λένε τι έκαναν οι άνθρωποι στον Ιησού, ενώ στην προσευχή του ο Ιησούς μας αποκαλύπτει τι ένιωσε στην ψυχή του. Ο Ιησούς μένει μόνος . Ακόμη και οι τρεις αγαπημένοι μαθητές της πρώτης ώρας των οποίων αναζητά την παρηγορητική συμπαράσταση στο τέλος κοιμούνται. Επικαλείται τον Πάτερα και αυτό φαίνεται να είναι σιωπηλός.
Στην η προσευχή του Ιησού υπάρχει ένα σταθερό σημείο: η επίγνωση της υιικής του σχέσης με τον Θεό και η απέραντη εμπιστοσύνη του σ΄ αυτόν, δεν αμφιβάλει ούτε και τη στιγμή της μεγάλης δοκιμασία: Τον ονομάζει "Αββά", μπαμπά πατερούλη πατέρας. «, Αββά Πατέρα», έλεγε, «όλα είναι δυνατά για σένα· γλίτωσε με απ’ αυτό το ποτήρι·». Αυτή είναι η αυθόρμητη επιθυμία του κάθε ανθρώπου, ακόμη και του ανθρώπου-Ιησού. Αλλά δεν υποκύπτει στην απογοήτευση μπροστά στη σιωπή του Θεού, άλλα με εμπιστοσύνη, χωρίς επιφύλαξη αφήνεται στην ευσπλαχνία του : "ας μη γίνει όμως το δικό μου θέλημα αλλά το δικό σου»". Και αν στην αρχή του επεισοδίου ο ευαγγελιστής μας περιγράφει ένα Ιησού γεμάτο αγωνία και φόβο, στο τέλος - μετά την προσευχή - μας τον περιγράφει τον Ιησού να έχει βρει ξαναβρεί την ηρεμία και την αποφασιστικότητα του : "Κοιμάστε ακόμα και ξεκουράζεστε; Φτάνει. Ήρθε η ώρα. Τώρα ο Υιός του Ανθρώπου παραδίνεται στα χέρια ανθρώπων αμαρτωλών. Σηκωθείτε, πρέπει να πηγαίνουμε· ιδού, έφτασε αυτός που θα με προδώσει». "
Ο Πατέρας δεν πήρε τον Σταυρό από τον Ιησού, αλλά τον βοήθησε να τον αντιμετωπίσει. Η σιωπή του Θεού είναι ένας διαφορετικός τρόπος ομιλίας.