Σάββατο 20 Απριλίου 2019

Κυριακή των Βαΐων (Λκ. 22,14-23-56) Πάθος από το κατα Λουκά αγ. Ευαγγέλιο


Τα Βάγια του Ωσαννά   και ο Σταυρός της Ευσπλαχνίας


Κυριακή 21 Απριλίου 2019

Οι  ευαγγελιστές αφηγούνται  το Πάθος του Ιησού και  καθένας τους, σύμφωνα με τις ευαισθησίες του,  τονίζει ό, τι  τον    οδήγησε   να πιστέψει ότι  ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ είναι ο Σωτήρας του, ώστε και εκείνοι που τον διαβάζουν να πιστέψουν ότι είναι ο Σωτήρας τους  και έτσι να μοιραστούν τη χαρά της Σωτηρίας τους.

Πάθος από το κατα Λουκά αγ. Ευαγγέλιο (Λκ. 22,14-23-56

Ο ευαγγελιστής  Λουκάς, ο ΄Αγιος Λουκάς,  τονίζει ότι ο Ιησούς  και πάνω στον  σταυρό εξακολουθεί  να είναι αυτός που  μέχρι εκείνη τη στιγμή ήταν και  συνεχίζει  να ζει τις επιλογές που τον οδήγησαν στο θάνατο. Συνεχίζει μέχρι το τέλος (ολοκλήρωση, πλήρωμα) να αγαπάει τους άλλους και να φροντίζει για το καλό τους.
Μόνον  ο  ευαγγελιστής  Λουκάς περιγράφει τη συνάντηση του Ιησού με τις γυναίκες που έκλαιγαν  και τα λόγια  που τους είπε, και αναφέρει μια προφητεία του  Ωσηέ  όταν ο Ιησούς απευθύνεται σ΄ αυτές  : «Γυναίκες της Ιερουσαλήμ, μην κλαίτε για μένα· κλάψτε μάλλον για τον εαυτό σας, και για τα παιδιά σας, γιατί έρχονται μέρες που θα λένε: “καλότυχες οι άτεκνες, όσες δε γέννησαν κι όσες δε θήλασαν παιδιά”. Τότε θ’ αρχίσουν να λένε στα βουνά: “πέστε πάνω μας”· και στους λόφους: “σκεπάστε μας”. Γιατί αν αυτά γίνονται στα χλωρά, τι θα γίνει στα ξερά;» (23,28-31) και  ο Ιησούς στενοχωριέται  επειδή η Ιερουσαλήμ δεν θέλησε  να μεταστραφεί. Ο Ιησούς είναι ο προφήτης που κηρύττει την μεταστροφή μέχρι τέλους.
Ο Ιησούς εξακολουθεί να είναι ο προφήτης και ο επίμονος κήρυκας, μάρτυρας της Ευσπλαχνίας του Θεού,  του Πατέρα,  για κάθε άνθρωπο.  Ο Λουκάς είναι  ο μόνος ευαγγελιστής που περιγράφει το πώς ο  Ιησούς, ακόμη και πάνω στο σταυρό,  προσεύχεται : «Πατέρα, συγχώρεσε τους, επειδή δεν ξέρουν τι κάνουν».
Ακόμη και πάνω στο Σταυρό συνεχίζει να  αναζητά εκείνους που χάθηκαν και τους δίνει χέρι Σωτηρίας. Το επεισόδιο με τον  "καλό ληστή"  μόνον  ο ευαγγελιστής  Λουκάς το αναφέρει.
Ο Ιησούς σ΄ όλη του τη ζωή είχε την εμπιστοσύνη του στην αγάπη του Πατέρα, ήταν το περιεχόμενο της προσευχής του και στο σταυρό επάνω όταν φαίνεται  "η αυτοκρατορία  του σκότους"  να προελαύνει, η προσευχή του είναι:  "Πατέρα, στα χέρια σου αφήνω το Πνεύμα  μου". Όταν κάποιος πεθαίνει με αυτά τα συναισθήματα, «δεν είναι δυνατόν ο θάνατος να τον κρατήσει στην εξουσία του».
Και  εμείς ας ευχηθούμε και ας του ζητούμε να ζούμε,  με την Χάρη του και από την Χάρη του, τους καθημερινούς μας θανάτους  και τον θάνατό μας  ώστε να μας αξιώσει να έχουμε την δική του (ολοκλήρωση- πλήρωμα)  Ανάσταση. 

Σάββατο 13 Απριλίου 2019

Γ κύκλος Κυριακή της Τεσσαρακοστής . Ιωα. ( 8,1-11)


Η αθλιότητα,  η υποκρισία  και η Ευσπλαχνία 

Κυριακή 14 Απριλίου 2019

Στο σημερινό ευαγγελικό επεισόδιο που μας προσφέρει το κατά Ιωάννη  ΄Αγιο  Ευαγγέλιο( 8,1-11),  οι φαρισαίοι και οι νομοδιδάσκαλοι παρουσιάζουν στο Ιησού την “μοιχαλίδα” και ζητούν την γνώμη του για το ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος να της συμπεριφερθούν στην προκειμένη. Δεν είναι ότι δεν ξέρουν τι προβλέπει και τι πρέπει να κάνουν  αλλά ζητούν την γνώμη του γιατί θέλουν να δουν αν,  ο ξυλουργός από την Ναζαρέτ που κάνει τον  Ραβί, θα αγνοήσει τον νόμο του Μωυσή για χάρη της διδασκαλίας του ή όχι . Ο Φιλεύσπλαχνος Θεός, που διδάσκει θα ξαναδώσει τη θέση του στον Θεό  δίκαιο Τιμωρό του Νόμου ή όχι;

Ανάγνωσμα  από το κατά Ιωάννη ΄Αγιο  Ευαγγέλιο    ( 8,1-11)            

Εκείνον τον καιρό ο Ιησούς όταν ξημέρωσε πήγε στο ναό και όλος ο λαός πήγαινε σ'αυτόν κι εκείνος αφού κάθησε τους δίδασκε. Φέρνουν τότε οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι μια γυναίκα που τη συνέλαβαν για μοιχεία κι αφού την έστησαν στη μέση, του λένε: "Διδάσκαλε, αυτή η γυναίκα συνελήφθηκε επ'αυτοφώρω να διαπράττει μοιχεία. Στο Νόμο ο Μωυσής μας διέταξε τέτοιες γυναίκες να τις λιθοβολούμε. Αλλά εσύ τι λες;" Αυτό το έλεγαν πειράζοντάς τον, ώστε να έχουν να τον κατηγορούν. Αλλά ο Ιησούς αφού έσκυψε χάμω, έγραφε με το δάκτυλο στο χώμα. Επειδή όμως επέμεναν να τον ρωτούν, σηκώθηκε και τους είπε: "Αυτός που είναι αναμάρτητος, πρώτος ας ρίξει πάνω της μια πέτρα". Και πάλι έσκυψε και έγραφε στη γη. Εκείνοι όταν το άκουσαν, άρχισαν να φεύγουν ένας ένας, αρχίζοντας απ'τους πιο γέρους και απόμεινε μόνος ο Ιησούς και η γυναίκα στο μέσον. Σηκώθηκε τότε ο Ιησούς και της είπε: "Γυναίκα, πού είναι; Κανένας δε σε καταδίκασε;". Κι εκείνη είπε: "Κανένας, Κύριε". Είπε τότε ο Ιησούς: "Ούτε κι εγώ σε καταδικάζω. Πήγαινε κι από τώρα μην αμαρτάνεις πια".

Λόγος του Κυρίου

Οι φαρισαίοι λοιπόν και οι νομοδιδάσκαλοι ρωτούν τον Ιησού «Διδάσκαλε, αυτή τη γυναίκα την έπιασαν επ’ αυτοφώρω να διαπράττει μοιχεία. Ο Μωυσής στο νόμο μάς έχει δώσει εντολή να λιθοβολούμε τέτοιου είδους γυναίκες. Εσύ τι γνώμη έχεις;»
Ο Ιησούς όχι μόνο σωπαίνει και δεν τους άπαντα, αλλά δείχνει και να τους αγνοεί γιατί σκύβει και αρχίζει να κάνει ορνιθοσκαλίσματα στο χώμα. Κάνοντας αυτό τους δίνει καιρό να σκεφτούν τα λεγόμενα τους. 
Εδώ πρέπει να πούμε ότι σύμφωνα με το εβραϊκό Νόμο που ρυθμίζει το θεσμός του λιθοβολισμού την πρώτη πέτρα πρέπει να την ρίξουν εκείνοι που έπιασαν την γυναίκα επ’ αυτοφόρω ή οι αυτόπτες μάρτυρες που έκαναν την καταγγελία και έτσι να αναλάβουν την ευθύνη τόσο της καταδικαστικής απόφασης όσο και της εκτέλεσης της. Εκείνοι, όμως με τον τρόπο τους,  προσπαθούν να μεταθέσουν τις ευθύνες τους στον Ιησού, όχι τόσο για την ενοχή της μοιχαλίδας, αλλά για την ευθύνη της εκτέλεσης της τιμωρίας, ή ακόμη περισσότερο,  εκφέροντας την γνώμη του να αμφισβητήσει για την αυθεντία του Μωσαϊκού Νόμου, και να πάρει πίσω τα κηρύγματα και τις διδασκαλίες του για περί  Φιλεύσπλαχνου Θεού Πατερα .      
Ο Ιησούς στην αρχή δεν τους αποκρίνεται και κάνοντας αυτό τους δίνει καιρό να σκεφτούν τα λεγόμενα τους, τελικά τους  απάντα :  «Όποιος από σας είναι αναμάρτητος, ας ρίξει πρώτος την πέτρα».   Με αυτή του την πρόταση ο Ιησούς δεν θέλει να πει : «Και Εσύ είσαι ένας αμαρτωλός πως μπορείς να κρίνεις τους άλλους, ποιος νομίζεις ότι είσαι ; ». Αν αυτό ήταν το νόημα της πρότασης του, θα απαξίωνε όλα τα δικαστήρια. Πράγματι το δικαστήριο και η απονομή δικαιοσύνης δεν βασίζεται στην αθωότητα ή όχι του κατηγορουμένου  στην τιμιότητα του δικαστή, αλλά στο κατά πόσο εφαρμόζεται σωστά ο νόμος. 
Με αυτή την πρόταση ο Ιησούς μεταθέτει ακόμη πιο βαθιά το πρόβλημα, Είναι σαν να τους  « Εντάξει, έσφαλε και την πιάσατε επ’ αυτοφώρω. Και ο νόμος προβλέπει το λιθοβολισμό.     Όμως με το χέρι στη καρδιά και κάθε ειλικρίνεια, όποιος σας  είναι πεπεισμένος ότι με την τιμωρία του λιθοβολισμού ή με κάποια άλλη τιμωρία, μπορεί να περιορίσει  το κακό που  οδήγησε αυτή την γυναίκα στην μοιχεία ή θα εξαλειφθεί από την κοινωνία η οποια παρανομία ή αμαρτία. Ας αρχίσει λοιπόν ο καθένας σας , με το να εκτιμήσει πριν απ΄ όλα κατά πόσον δεν είναι και ο ίδιος  υπαίτιος της ύπαρξης του κακού στον  κόσμο ή του τρόπου  με τον οποίο  συμβάλλει στην εξάλειψή του.” 

Σάββατο 6 Απριλίου 2019

Γ κυκλος: 4η Κυριακή της Τεσσαρακοστής (Λκ.15,13.11-32)


Από μόνη της η δικαιοσύνη δεν σώζει, χρειάζεται και η Ευσπλαχνία της Αγάπης

Κυριακή  7 Απριλίου 2019 -

Το πρώτο  ανάγνωσμα αναφέρεται στο  πρώτο Πάσχα που γιόρτασαν οι Ισραηλίτες Ιησους του Ναυή 5,9-12 αμέσως μετά την είσοδό τους στην γη των πατέρων τους την οποία και άρχισαν να ανακτούν. Δεν αρκεί  να βγούμε από την γη της σκλαβιάς  πρέπει να φτάσουμε και στην γη της επαγγελίας! Δεν αρκεί η πορεία, πρέπει να φτάσουμε και στο σκοπό. Δεν αρκεί να είμαστε ελεύθεροι   από ...  αλλά πρέπει να είμαστε ελεύθεροι για ...  Μπορεί αυτό να φαίνεται προφανές, αλλά δεν είναι, τουλάχιστον για δύο λόγους: Η προσωρινότητα  δεν είναι η ουσία,  δεν φτάνει μόνον  η πορεία. Χρειάζεται να πορευόμαστε  με τη δέσμευση της κατάκτησης  του στόχου. Αρκετές φορές  ξεχνάμε  τον  στόχο και ζούμε  σαν  η πορεία   να  είναι  αυτοσκοπός. 


Η σημερινή ευαγγελική περικοπή παραβολή  είναι από  το κατά Λουκά  ΄Αγιο Ευαγγέλιο (Λκ.15,13.11-32),  που παραδοσιακά είναι γνωστή  ως του «άσωτου γιού», όμως  περισσότερο από παραβολή  «του άσωτου γιού», πρέπει να εκληφθεί ως  « η παραβολή του ευσπλαχνικού πατέρα με τους δύο δύστροπους γιούς». Στο κέντρο του ενδιαφέροντος είναι η ευσπλαχνία του πατέρα, που αφ’ ενός είναι αιτία χαράς και σωτηρίας για τον μικρό γιό, και αφ’ έτερου είναι αιτία αγανάκτησης για  τον μεγάλο. 

Εκείνο τον καιρό όλοι οι τελώνες και οι αμαρτωλοί συνήθιζαν να πλησιάζουν τον Ιησού και να τον ακούνε. Οι Φαρισαίοι και οι γραμματείς διαμαρτύρονταν, λέγοντας ότι αυτός δέχεται αμαρτωλούς και τρώει μαζί τους. Εκείνος τότε τους είπε την ακόλουθη παραβολή: «Κάποιος άνθρωπος είχε δύο γιους. Ο μικρότερος απ’ αυτούς είπε στον πατέρα του: “πατέρα, δώσε μου το μερίδιο της περιουσίας που μου αναλογεί”· κι εκείνος τους μοίρασε την περιουσία. Ύστερα από λίγες μέρες ο μικρότερος γιος τα μάζεψε όλα κι έφυγε σε χώρα μακρινή. Εκεί σκόρπισε την περιουσία του κάνοντας άσωτη ζωή. Όταν τα ξόδεψε όλα, έτυχε να πέσει μεγάλη πείνα στη χώρα εκείνη, και άρχισε κι αυτός να στερείται. Πήγε λοιπόν κι έγινε εργάτης σε έναν από τους πολίτες εκείνης της χώρας, ο οποίος τον έστειλε στα χωράφια του να βόσκει χοίρους. Έφτασε στο σημείο να θέλει να χορτάσει με τα ξυλοκέρατα που έτρωγαν οι χοίροι, αλλά κανένας δεν του έδινε. Τελικά συνήλθε και είπε: “πόσοι εργάτες του πατέρα μου έχουν περίσσιο ψωμί, κι εγώ εδώ πεθαίνω της πείνας! Θα σηκωθώ και θα πάω στον πατέρα μου και θα του πω: πατέρα, αμάρτησα στο Θεό και σ’ εσένα· δεν είμαι άξιος πια να λέγομαι γιος σου· κάνε με σαν έναν από τους εργάτες σου”. Σηκώθηκε, λοιπόν, και ξεκίνησε να πάει στον πατέρα του.

»Ενώ ήταν ακόμη μακριά, τον είδε ο πατέρας του, τον σπλαχνίστηκε, έτρεξε, τον αγκάλιασε
σφιχτά και τον καταφιλούσε. Τότε ο γιος του του είπε: “πατέρα, αμάρτησα στο Θεό και σ’ εσένα και δεν αξίζω να λέγομαι παιδί σου”. Ο πατέρας όμως γύρισε στους δούλους του και τους διέταξε: “βγάλτε γρήγορα την καλύτερη στολή και ντύστε τον· φορέστε του δαχτυλίδι στο χέρι και δώστε του υποδήματα. Φέρτε το σιτευτό μοσχάρι και σφάξτε το να φάμε και να ευφρανθούμε, γιατί αυτός ο γιος μου ήταν νεκρός και αναστήθηκε, ήταν χαμένος και βρέθηκε”. Έτσι άρχισαν να ευφραίνονται.

»Ο μεγαλύτερος γιος του βρισκόταν στο χωράφι· και καθώς ερχόταν και πλησίαζε στο σπίτι, άκουσε μουσικές και χορούς. Φώναξε, λοιπόν, έναν από τους υπηρέτες και ρώτησε να μάθει τι συμβαίνει. Εκείνος του είπε: “γύρισε ο αδερφός σου, κι ο πατέρας σου έσφαξε το σιτευτό μοσχάρι, γιατί του ήρθε πίσω γερός”. Αυτός τότε θύμωσε και δεν ήθελε να μπει μέσα. Ο πατέρας του βγήκε και τον παρακαλούσε, εκείνος όμως του αποκρίθηκε: “εγώ τόσα χρόνια σού δουλεύω και ποτέ δεν παράκουσα καμιά εντολή σου· κι όμως σ’ εμένα δεν έδωσες ποτέ ένα κατσίκι για να ευφρανθώ με τους φίλους μου. Όταν όμως ήρθε αυτός ο γιος σου, που κατασπατάλησε την περιουσία σου με πόρνες, έσφαξες για χάρη του το σιτευτό μοσχάρι”. Κι ο πατέρας του απάντησε: “παιδί μου, εσύ είσαι πάντοτε μαζί μου κι ό, τι είναι δικό μου είναι και δικό σου. Έπρεπε όμως να ευφρανθούμε και να χαρούμε, γιατί ο αδερφός σου αυτός ήταν νεκρός κι αναστήθηκε, ήταν χαμένος και βρέθηκε”».

Λόγος του Κυρίου

Η ευκαιρία  για να πει ο Ιησούς την παραβολή  αυτή ήταν η κριτική και η μουρμούρα των Φαρισαίων εναντίον του  επειδή συναναστρεφόταν  τους  αμαρτωλούς και αγνοούσε εκείνους που ήταν δίκαιοι και έτσι γινόταν και ο ίδιος αμαρτωλός. 

Ας παρατηρήσουμε την συμπεριφορά τον δύο γιων :
α) Ο μικρός είναι εγωιστής, αλαζονικός και αυθάδης. Στο σπίτι του πατέρα ασφυκτιά και νοιώθει φυλακισμένος · πιστεύει ότι έξω από τα τείχη του είναι η ζωή, θέλει να διευθετήσει από μόνος του τα της ζωής του. Δεν τον ενδιαφέρει η οικογένεια του, ο πατέρας ή ο αδελφός του. Ζητώντας μάλιστα το μερίδιο της κληρονομίας είναι σαν να εύχεται να είχε τελειώσει ο πατέρας του την πορεία του πάνω στη , για να αποκτήσει επιτέλους αυτό που, κατά τη γνώμη του, δικαιωματικά του ανήκει.  Φεύγει από το σπίτι, για να βρει μακριά από αυτό την επιτυχία και την ευτυχία, αλλά  συναντά την δυστυχία και την μοναξιά. Εκεί κάπως συνέρχεται, και νοσταλγεί την καλοπέραση που έχασε αλλά όχι την αξία του πατέρα του. Αναζητά έναν τρόπο για να βάλει τέλος στην πείνα του και σκέφτεται  ως λύση την  επιστροφή  στο πατρικό σπίτι,   επιθυμεί αυτή τη λύση για να βρει μια σχετικά άνετη ζωή και όχι για να συμφιλιωθεί  με τον πατέρα του. Γι’ αυτό και ετοιμάζει και ένα λογύδριο για την  συνάντηση με τον πατέρα του. Το περιεχόμενο του  είναι : εγώ αναγνωρίζω ότι έσφαλα , εσύ δώσε μου φαγητό και στέγη κι εγώ  θα σου το ανταποδώσω με δουλειά. Δηλαδή, η νοοτροπία του “δούνε και λαβείν”! 

β) Ο μεγάλος γιός  είναι  και αυτός εγωιστής, αλαζονικός και αυθάδης. Στον πατέρα του  βλέπει τον εργοδότη,  οι σχέσεις του με τον πατέρα και γι’ αυτόν είναι ένα “σου δίνω- μου δίνεις”, και η σχέση με τον αδελφό του περιορίζεται  στο “αυτός ο γιος  σου” τον αγνοεί ως αδελφό, το εννοεί το μαύρο πρόβατο του σπιτιού που έσφαλε και πρέπει να τιμωρηθεί γιατί κατασπατάλησε την περιουσία έναν άσωτο. Και γι’ αυτόν στο σπίτι υπάρχει ασφυξία και καταπίεση, έξω από αυτό είναι το καλό. Στο σπίτι του μένει από υποχρέωση και ανάγκη.